top of page
Untitled

Είχε ύψος 1,98 μέτρα και βάρος 98 κιλά. Αγωνίστηκε όλα τα χρόνια της καριέρας του (20) στους Λος Άντζελες Λέικερς και φορούσε τους αριθμούς 8 και 24 (και οι δύο αποσύρθηκαν προς τιμήν του το 2017 από την ομάδα των Λέικερς). Είχε ρεκόρ καριέρας 81 πόντους (το δεύτερο καλύτερο στην ιστορία του NBA) που σημείωσε τον Ιανουάριο του 2006 με αντίπαλο τους Τορόντο Ράπτορς, ενώ το 2016 στο τελευταίο του παιχνίδι σε ηλικία 38 ετών και 234 ημερών σημείωσε 60 πόντους, απόδοση που αποτελεί ρεκόρ πόντων σε τελευταίο αγώνα καριέρας στο ΝΒΑ. Με αυτό επίσης έγινε ο μεγαλύτερος σε ηλικία παίκτης που κατάφερε να πετύχει 60 πόντους. Ο Μπράιαντ είναι 4ος σκόρερ στην ιστορία του NBA με 33.643 πόντους συνολικά έχοντας ακόμα 7.047 ριμπάουντ και 6.306 ασίστ. Κατέκτησε 5 πρωταθλήματα, ένα βραβείο MVP της κανονικής περιόδου (2008), 2 βραβεία MVP των τελικών του NBA (το 2009 και το 2010) και 4 βραβεία MVP σε All-Star Game (2002, 2007, 2009, 2011). [5]

Home: Welcome
b1a902d07774b81193caadd9b85bc4ea.jpg

Γεννήθηκε στη Φιλαδέλφεια της Πενσυλβάνια. Εισήλθε στο ΝΒΑ απευθείας από το Λύκειο (ονόματι Lower Merion High School), και επιλέχθηκε στο νούμερο 13 του NBA Draft του 1996 από τους Σάρλοτ Χόρνετς. Έπαιξε για τους Λέικερς σε ολόκληρη την καριέρα του, κερδίζοντας πέντε πρωταθλήματα ΝΒΑ. Ο Μπράιαντ έχει επιλεχθεί 16 φορές All-Time Game και 12 φορές στην καλύτερη αμυντική πεντάδα. Έχει βγει πρώτος σκόρερ της αγωνιστικής περιόδου δύο φορές (το 2005-06 και 2006-07) και είναι τρίτος σκόρερ της στην ιστορία του NBA προσπερνώντας τον Μάικλ Τζόρνταν τον Δεκέμβριο του 2014, αφήνοντας τον Τζόρνταν στην τέταρτη θέση. Μετά την έναρξη της 20ής σεζόν του με τους Λέικερς το 2015-16, το οποίο αποτελεί το δεύτερο μεγαλύτερο ρεκόρ NBA για τις περισσότερες σεζόν με την ίδια ομάδα (καταρρίφθηκε αργότερα από τον Ντιρκ Νοβίτσκι με 21 σεζόν στους Ντάλας Μάβερικς ), ο Μπράιαντ ανακοίνωσε ότι θα αποσυρθεί στο τέλος της.

Το 1996, μαζί με τον Κόμπι Μπράιαντ, στους Λέικερς υπέγραψε και ο Σακίλ Ο'Νιλ. Οι δύο τους οδήγησαν τους Λέικερς σε τρία συνεχόμενα πρωταθλήματα ΝΒΑ από το 2000 έως το 2002. Μετά την αναχώρηση του Ο' Νιλ, την περίοδο 2003-04, ο Μπράιαντ έγινε ο ακρογωνιαίος λίθος της ομάδας. Αποτέλεσε τον παίκτη που σημείωσε τους περισσότερους πόντους στο πρωτάθλημα κατά της περιόδους 200506 και 200607. Στις 22/1/2006 έκανε προσωπικό ρεκόρ πόντων, σκοράροντας 81 κατά των Τορόντο Ράπτορς,[6][7] τη δεύτερη μεγαλύτερη επίδοση στο σκοράρισμα στην ιστορία του ΝΒΑ, μετά τους 100 πόντους που σημείωσε ο Ουίλτ Τσάμπερλεϊν στις 2 Μαρτίου του 1962 με τους Φιλαδέλφεια Γουόριορς ενάντια στους Νιου Γιορκ Νικς. Τη σεζόν 2008-09 κατέκτησε για τέταρτη φορά το πρωτάθλημα νικώντας στους τελικούς τους Ορλάντο Μάτζικ, του Ντουάιτ Χάουαρντ, παίρνοντας μάλιστα για πρώτη φορά και το βραβείο του πολυτιμότερου παίκτη των τελικών. Τη σεζόν 2009-2010 οδήγησε ξανά τους Λέικερς στην κατάκτηση του τίτλου κερδίζοντας το βραβείο του πολυτιμότερου παίκτη των τελικών για δεύτερη φορά στην καριέρα του απέναντι στην τριάδα Γκαρνέτ, Πιρς, Άλεν, από τους οποίους είχε ηττηθεί στους τελικούς πριν δύο χρόνια στην σεζόν 2007-2008.

Ο Μπράιαντ έλαβε το Βραβείο Πολυτιμότερου Παίκτη (MVP) κατά την αγωνιστική περίοδο ΝΒΑ 2007–2008, αφού οδήγησε την ομάδα του στους τελικούς της διοργάνωσης. Είναι ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία των Λος Άντζελες Λέικερς και ο πρώτος παίκτης στο NBA που έχει 30.000+ πόντους και 6.000+ ασίστ. Το 1997 κατέκτησε τον Διαγωνισμό Καρφωμάτων στο NBA (Slam Dunk Contest). Επίσης έχει 4 βραβεία MVP (πολυτιμότερου παίκτη) του All-Star Game, ισοφαρίζοντας έτσι το ρεκόρ με τα περισσότερα στην ιστορία του NBA. Δύο μεγάλα αθλητικά κανάλια στην Αμερική, το Sporting News και το TNT ονόμασαν τον Μπράιαντ τον καλύτερο παίκτη της δεκαετίας του 2000. Το 2008 και το 2012 κατέκτησε χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου και του Λονδίνου αντίστοιχα ως μέλος της Εθνικής Ομάδας των Η.Π.Α.

Home: Βιογραφία
Home: About
Home: Rate Us

LEBRON JAMES

Στα 18 του μόλις, μετά την αποφοίτησή του από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στη γενέτειρά του Άκρον στο Οχάιο, επιλέχτηκε στο νούμερο 1 του ντραφτ του 2003 από τους Κλίβελαντ Καβαλίερς. Οδήγησε την ομάδα στην πρώτη της εμφάνιση σε τελικούς NBA το 2007, χάνοντας όμως από τους Σαν Αντόνιο Σπερς. Το 2010 μετεγγράφηκε στους Μαϊάμι Χιτ, αφού έμεινε ελεύθερος από τους Κλίβελαντ Καβαλίερς. [8] Στην πρώτη του σεζόν στο Μαϊάμι, η ομάδα έφτασε στα τελικά, αλλά έχασε από τους Ντάλας Μάβερικς. Το 2012 κατέκτησε το πρώτο του πρωτάθλημα, όταν το Μαϊάμι νίκησε τους Οκλαχόμα Σίτι Θάντερ, κερδίζοντας το βραβείο MVP των τελικών για τις επιδόσεις του. Το 2013, κατέκτησε το δεύτερο συνεχόμενο πρωτάθλημα NBA και το βραβείο MVP των τελικών απέναντι στους Σαν Αντόνιο Σπερς. Το 2016, κατέκτησε το τρίτο του πρωτάθλημα και το πρώτο με τους Κλίβελαντ. Το 2020 κατέκτησε το τέταρτο πρωτάθλημα, αυτή τη φορά με τους Λος Άντζελες Λέικερς.

Get in Touch
Get in Touch
Home: Services

2003-2004[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Τζέιμς επιλέχθηκε στο Νο1 του ντραφτ του 2003 από τους Κλίβελαντ Καβαλίερς. Στον πρώτο του αγώνα με τους Σακραμέντο Κινγκς ο Τζέιμς πετυχαίνει 25 πόντους, 9 ασίστ, 7 ριμπάουντ και 4 κλεψίματα. Στη συνέντευξη του μετά τον αγώνα, όταν τον ρώτησαν σε ποιον θα ήθελε να μοιάσει εκείνος απάντησε στον Τζέισον Κιντ. Τον Κιντ τον θαύμαζε από μικρός και το πρώτο του τριπλ-νταμπλ το πέτυχε εναντίον του. Ο Κιντ απάντησε λέγοντας, πως ο Τζέιμς είναι ο καλύτερος εν ζωή πόιντ γκαρντ και εκπληκτικός πασέρ. Την ίδια χρονιά ο Τζέιμς γίνεται ο νεαρότερος παίκτης που πετυχαίνει πάνω από 40 πόντους σε ένα παιχνίδι, σκοράροντας 41 στον αγώνα των Κλήβελαντ Καβαλίερς εναντίον των Νιου Τζέρσεϊ Νετς. Στο τέλος της χρονιάς ο Τζέιμς αναδεικνύεται ρούκι της σεζόν και γίνεται ο πρώτος παίκτης των Κλίβελαντ Καβαλίερς και ο νεότερος παίκτης στην ιστορία που παίρνει τον τίτλο.

Get in Touch

2004-2005[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


Ο Τζέιμς στο ντεμπούτο του στα πλέι οφ του 2006.

Εκείνη τη σεζόν ο Τζέιμς παίζει στο πρώτο του All-Star Game πετυχαίνοντας 13 πόντους, δίνοντας 6 ασίστ και μαζεύοντας 8 ριμπάουντ. Παίζοντας με την Ανατολή νικάει τη Δύση 115-125. Εκείνη τη σεζόν γίνεται ο νεότερος παίκτης, που πετυχαίνει σε μια χρονιά τριπλ-νταμπλ, 50 πόντους και καταφέρνει να μπει στη All-NBA Team.

Get in Touch

2005-2006

Την αγωνιστική περίοδο αυτή παίζει για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά σε All-Star Game οδηγώντας την Ανατολή σε νίκη 122-120 απέναντι στη Δύση. Στο συγκεκριμένο παιχνίδι ο Τζέιμς είχε 29 πόντους, 2 ασίστ και 6 ριμπάουντ και επίσης γίνεται ο νεότερος παίκτης στα 21 του, που στέφεται MVP του All-Star Game. Επίσης, γίνεται ο νεότερος παίκτης, που πετυχαίνει πάνω από 30 πόντους κατά μέσο όρο σε μια σεζόν και γίνεται ο 4ος παίκτης του NBA, που πετυχαίνει σε μια σεζόν πάνω από 30 πόντους, 6 ασίστ και 7 ριμπάουντ. Τη συγκεκριμένη σεζόν κάνει το ντεμπούτο του στα πλέι-οφ, αφού οι Κλίβελαντ Καβαλίερς καταφέρνουν να περάσουν, για πρώτη φορά μετά το 1998. Εντυπωσιακό είναι πως ο Τζέιμς στο ντεμπούτο του εναντίον των Ουάσινγκτον Ουίζαρντς γίνεται ο τρίτος παίκτης μετά τους Τζόνι Μακάρθι και Μάτζικ Τζόνσον, που πετυχαίνει τριπλ-νταμπλ στο ντεμπούτο του στα πλέι-οφ, με 32 πόντους, 11 ασίστ και 11 ριμπάουντ. Τελικά, οι Κλήβελαντ Καβαλίερς περνάνε από το εμπόδιο των Ουάσινγκτον Ουίζαρντς, αλλά θα σταματήσουν στους Ντιτρόιτ Πίστονς. Στο τέλος της χρονιάς, ο Τζέιμς θα υπογράψει συμβόλαιο για τρία ακόμα χρόνια, αξίας 60 εκατομμυρίων δολαρίων, με δικαίωμα ανανέωσης για ένα ακόμα χρόνο.

Get in Touch

2006-2007

Το 2007 συμμετέχει για τρίτη συνεχόμενη φορά σε All-Star Game. Στα 32 λεπτά που έπαιξε, είχε 28 πόντους, 6 ασίστ και 6 ριμπάουντ. Στο πρώτο γύρο των πλέι-οφ, οι Καβαλίερς διαλύουν σε τέσσερις αγώνες τους Ουάσινγκτον Ουίζαρντς. Στο δεύτερο γύρο, οι Καβς επικράτησαν των Νιου Τζέρσεϊ Νετς, με νίκες 4-2. Έτσι, η ομάδα του Κλίβελαντ πέρασε στους τελικούς της Ανατολής μετά από 15 χρόνια όπου επικράτησαν των Ντιτρόιτ Πίστονς, αλλά έχασαν στους τελικούς του ΝΒΑ από τους Σαν Αντόνιο Σπερς με 4-0.

Get in Touch

2007-2008[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά την περίοδο 2007-2008, ο Τζέιμς συνέχισε το κυρίαρχο του παιχνίδι, κερδίζοντας για τέταρτη συνεχόμενη φορά τη συμμετοχή του σε All-Star Game και μπαίνει, για μία ακόμη φορά στη λίστα με τους πολυτιμότερους παίκτες του ΝΒΑ. Ακόμα στέφεται All-Star Game MVP, στο All-Star Game του 2008, με 27 πόντους, 9 ασίστ, 8 ριμπάουντ, 2 κοψίματα και 2 κλεψίματα, νικώντας τη Δύση με 134-128. Στις 26 Φεβρουαρίου 2008, εναντίον των Μπόστον Σέλτικς, ο Τζέιμς γίνεται ο νεότερος παίκτης, που ξεπερνάει τους 10.000 πόντους, στα 23 χρόνια και 59 ημέρες. Με 45-37 νίκες, οι Καβαλίερς τερματίζουν στη 4η θέση του Ανατολικής Περιφέρειας και παίρνει μέρος στα πλέι-οφ. Αποκλείστηκαν στο δεύτερο γύρο με 4-3 από τους μετέπειτα πρωταθλητές Μπόστον Σέλτικς.

Get in Touch

2008-2009[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τη σεζόν 2008-2009 ψηφίστηκε δεύτερος καλύτερος αμυντικός της χρονιάς έχοντας ρεκόρ καριέρας με συνολικά 93 κοψίματα και μέσο όρο 1,2 ανά παιχνίδι. Επίσης βελτίωσε σημαντικά τις ελεύθερες βολές και έκανε ρεκόρ καριέρας με ποσοστό 78 τις εκατό. Οι Καβαλίερς προκρίθηκαν στα πλέι οφς με ρεκόρ νικών 66-16 και ο Τζέιμς έγινε ο πρώτος παίκτης τους που κερδίζει το βραβείο του MVP της χρονιάς με 28,4 πόντους, 7,2 ασίστ, 7,6 ριμπάουντ, 1,2 κοψίματα και 1,7 κλεψίματα μέσο όρο. Στα πλέι-οφ οι Καβαλίερς απέκλεισαν με 4-0 νίκες τους Ντιτρόιτ Πίστονς και Ατλάντα Χοκς αλλά έχασαν στους τελικούς περιφέρειας από τους Ορλάντο Μάτζικ.

Giannis_Antetokounmpo_(24845003687)_(cro

ΓΙΑΝΝΗΣ ΑNΤΕΤΟΚΟΥNΜΠΟ

Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο (πλήρες όνομα Γιάννης Σίνα-Ούγκο Αντετοκούνμπο,[1][2]) (ΖωγράφουΑττική6 Δεκεμβρίου 1994) είναι Ελληνας επαγγελματίας διεθνής καλαθοσφαιριστής. Έχει ύψος 2,11 μ.[3] και αγωνίζεται σε όλες τις θέσεις καλαθοσφαίρισης για τους Μιλγουόκι Μπακς και την Εθνικής Ελλάδος. Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του στην Α2 κατηγορία του ελληνικού πρωταθλήματος καλαθοσφαίρισης ως παίκτης του Φιλαθλητικού. Κατόπιν, επιλέχθηκε στο ΝΒΑ Ντραφτ στη θέση 15 από τους Μιλγουόκι Μπακς το 2013, όπου και εξελίχθηκε στον κορυφαίο παίκτη της ομάδας στις περισσότερες στατιστικές κατηγορίες και σε έναν από τους κορυφαίους παίκτες του πρωταθλήματος του NBA,[4] όντας μεταξύ άλλων δυο φορές MVP του πρωταθλήματος (2019, 2020) και πέντε φορές μέλος του All-Star Game ΝΒΑ. Έχει τον αριθμό 34 στη φανέλα του και το αγωνιστικό παρατσούκλι του είναι The Greek Freak.[5][Σημείωση 1] Στις 15 Δεκεμβρίου 2020 ανανέωσε το συμβόλαιο του με τους Μιλγουόκι Μπακς για 5 χρόνια για 228 εκατομμύρια δολάρια[6].

Home: Services

NBA και ΗΠΑ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ξεκινώντας τη ζωή του στο Μιλγουόκι και λαμβάνοντας τις αρχικές οικονομικές απολαβές του, στήριζε την οικογένεια του πίσω στην Αθήνα στέλνοντας τους χρήματα. Σε μια από αυτές τις συναλλαγές, συνειδητοποίησε πως είχε στείλει όλα τα χρήματα που είχε διαθέσιμα στους γονείς του και ο ίδιος δεν είχε χρήματα για να πάει στον αγώνα που έδινε η ομάδα του την ίδια ημέρα, έτσι ξεκίνησε να τρέχει τη διαδρομή έως το γήπεδο μέχρι να σταματήσει κάποιος περαστικός και τον πάρει με το αυτοκίνητό του.[19][20]

Μετά την εδραίωσή του στο NBA, η οικογένεια μετακινήθηκε από την Αθήνα στο Μιλγουόκι.[21] Ο αδερφός του, ο Θανάσης, επιλέχθηκε επίσης στο NBA Ντραφτ του 2014 από τους Νιου Γιορκ Νικς στο νούμερο 51,[22] ενώ ο Κώστας, ο οποίος είναι ο αμέσως νεότερος αδερφός τους, παίζει κολεγιακό μπάσκετ στις ΗΠΑ στο πανεπιστήμιο του Ντέιτον[23] και ο μικρότερος αδερφός, Αλέξης, είναι αθλητής της καλαθοσφαίρισης στα σχολικά πρωταθλήματα των ΗΠΑ.[24]Τον Ιούλιο του 2016, ο Θανάσης και ο Γιάννης, ξεκίνησαν τη στρατιωτική τους θητεία στον Ελληνικό Στρατό. Εκεί υπηρέτησαν για τρεις μήνες, ως Έλληνες του εξωτερικού.[25]Στις 29 Σεπτεμβρίου του 2017 (κατά τις μεσημεριανές ώρες στις ΗΠΑ), ο πατέρας του Γιάννη, Τσαρλς, απεβίωσε, σε ηλικία 54 ετών, από ανακοπή καρδιάς.[26]

Τον Ιούλιο του 2018, ο Αντετοκούνμπο έγινε ο αθλητής ο οποίος διακόσμησε το εξώφυλλο της συσκευασίας του δημοφιλούς ηλεκτρονικού παιχνιδιού NBA 2K στην κανονική του έκδοση, ο πρώτος μη Αμερικανός αθλητής του NBA ο οποίος προβλήθηκε στο εξώφυλλο, ενώ στην ειδική έκδοση προβλήθηκε ο Λεμπρόν Τζέιμς.[27]

Get in Touch
Home: Services
Giannis_Antetokoummpo_(31669424142) (1).
Giannis_Antetokounmpo_(39004611954).jpg
Giannis_Antetokounmpo_vs_Washington_Wiza

2014-15[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 20 Ιανουαρίου 2015, έγινε ο νεότερος ηλιακά παίκτης στην ιστορία των Μιλγουόκι Μπακς που ξεπέρασε τους 1.000 πόντους.[37] Στις 6 Φεβρουαρίου 2015, σκόραρε 27 πόντους και μάζεψε 15 ριμπάουντ, πετυχαίνοντας την καλύτερη του μέχρι τότε απόδοση, χάνοντας όμως από τους Χιούστον Ρόκετς. Τρεις μέρες αργότερα βραβεύθηκε ως ο καλύτερος παίχτης της εβδομάδας στην ανατολική Περιφέρεια για τις εμφανίσεις που πραγματοποίησε από τις 2 μέχρι τις 8 Φεβρουαρίου, κερδίζοντας έτσι για πρώτη φορά αυτό το βραβείο. Αργότερα διαγωνίσθηκε στον διαγωνισμό καρφωμάτων του NBA που διεξήχθη στη Νέα Υόρκη.[38] Στις 9 Μαρτίου σημείωσε 29 πόντους με 11-16 προσπάθειες, ανεβάζοντας και άλλο το προσωπικό του ρεκόρ, παρ' όλα αυτά χάνοντας από τους Νιου Ορλίνς Πέλικανς. Οι Μπακς τερμάτισαν την σεζόν με ρεκόρ 41-41, τερματίζοντας έτσι 6οι στην Ανατολική Περιφέρεια. Αγωνιζόμενος σε 81 αγώνες, ο Αντετοκούνμπο είχε μέσο όρο 12,7 πόντους, 6,7 ριμπάουντ, 2,6 ασίστ, 1 κοψίματα και 0,9 κλεψίματα. Στα πλέι-οφ οι Μπακς έπαιξαν αντίπαλοι με τους Σικάγο Μπουλς, από τους οποίους έχασαν τη σειρά με 4-2.

2015–16

Get in Touch
Home: Services
giannis_ante_main_again_22.jpg

2015-2016

Την 1η Αυγούστου 2015, έπαιξε για την ομάδα της Team Africa στον αγώνα επίδειξης 2015 NBA Africa, αντιπροσωπεύοντας τη Νιγηρία, καθώς οι γονείς του είχαν γεννηθεί εκεί.[39]

Στις 26 Οκτωβρίου 2015, έλαβε επέκταση του συμβολαίου του από τους Μιλγουόκι Μπακς για το επόμενο αγωνιστικό έτος του 2016–17.[40] Ο Αντετοκούνμπο βελτίωσε τον μέσο όρο σκοραρίσματος του σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο, ανεβάζοντας τον μέσο όρο του στους 16 ανά αγώνα κατά τους πρώτους 20 αγώνες. Είχε επίσης υψηλό ποσοστό στις προσπάθειες 2πόντων στο 53%.[41] Στις 19 Νοεμβρίου, σκόραρε 33 πόντους εναντίον των Κλήβελαντ Καβαλίερς, σύνολο το οποίο ήταν το υψηλότερο που είχε επιτύχει έως τότε.[42] Στις 12 Δεκεμβρίου, έφτασε σχεδόν το πρώτο του τριπλ νταμπλ (διψήφιος αριθμός πόντων σε 3 στατιστικές κατηγορίες) με 11 πόντους, 12 ριμπάουντ, και 8 ασίστ, βοηθώντας τους Μπακς να κερδίσουν τους Γκόλντεν Στέιτ Ουόριορς με το τελικό σκορ να είναι 108–95.[43] Στις 15 Ιανουαρίου του 2016, σκόραρε 28 πόντους και έκανε ατομικό ρεκόρ με 16 ριμπάουντ σε νίκη στην παράταση 108–101 επί των Ατλάντα Χωκς.[44]

Στις 22 Φεβρουαρίου, ο Αντετοκούνμπο κατάφερε να κάνει το πρώτο τριπλ νταμπλ της αθλητικής του σταδιοδρομίας, με 27 πόντους, 12 ριμπάουντ, και 10 ασίστ, έναντι των Λος Άντζελες Λέικερς με το τελικό σκορ να είναι 108–101 υπέρ των Μιλγουόκι Μπακς. Η επίδοση αυτή τον έκανε επίσης να είναι ο νεαρότερος αθλητής των Μιλγουόκι Μπακς ο οποίος έκανε τριπλ νταμπλ καθώς ήταν μόνο 21 ετών την περίοδο εκείνη.[45][46] Στις 13 Μαρτίου, έκανε το τέταρτο, πλέον, τριπλ νταμπλ του σε 11 αγώνες, έχοντας 28 πόντους, 11 ριμπάουντ και ατομικό ρεκόρ 14 ασίστ στην νίκη με 109–100 επί των Μπρούκλυν Νετς, και παράλληλα έγινε ο πρώτος παίκτης των Μπακς ο οποίος κατάφερε να έχει 4 τριπλ νταμπλ εντός ενός αγωνιστικού έτους.[47] Στις 1 Απριλίου, έκανε το 5ο του τριπλ νταμπλ της περιόδου με 18 πόντους, 11 ριμπάουντ και 11 ασίστ στην νίκη με 113–110 έναντι των Ορλάντο Μάτζικ.[48] Δύο ημέρες αργότερα, πραγματοποίησε την υψηλότερη επίδοση συγκομιδής πόντων σκοράροντας 34 επί των Σικάγο Μπουλς στην ήττα για το Μιλγουόκι με 102–98.[49]

Home: Opening Hours

STEPHEN CURRY

Ο Γουόρντελ Στέφεν "Στεφ" Κάρι ο 2ος (Wardell Stephen Curry II, 14 Μαρτίου 1988) είναι Αμερικανός καλαθοσφαιριστής. αγωνίζεται στο NBA ως παίκτης των Γκόλντεν Στέιτ Γουόριορς. Θεωρείται ως ένας από τους καλύτερους γκαρντ της δεκαετίας, με χαρακτηριστική δεξιοτεχνία στον χειρισμό της μπάλας ενώ οι επιδόσεις του στο σουτ, ιδιαίτερα από το τρίποντο, έχουν κάνει πολλούς να τον ανάγουν ως τον κορυφαίο σουτέρ στην ιστορία πάνω από παίκτες, όπως Λάρι Μπερντ, ο Ρέτζι Μίλερ και ο Ρέι Άλλεν. Έχει κερδίσει το βραβείο του MVP στο NBA το 2015[7] , το 2016 και έχει αναδειχθεί πέντε φορές All Star.

Είναι κάτοχος του ρεκόρ περισσότερων εύστοχων τριπόντων σε μια σεζόν με 402 κατά την αγωνιστική περίοδο 2015-16[8] καταρρίπτοντας το δικό του ρεκόρ με 272 τρίποντα από τη σαιζόν 2012-13 και επίσης κατέχει τη δεύτερη θέση με τα περισσότερα τρίποντα σε έναν αγώνα με 13, ενώ πρώτος είναι ο Κλέι Τόμσον, συμπαίκτης του, με 14. Τέλος, ήταν ο ηγέτης των Ουόριορς την σεζόν 2015-16 που έκαναν ρεκόρ με 73 νίκες στη κανονική διάρκεια και στους Τελικούς προηγήθηκαν με 3-1 και στο τέλος έχασαν τους τελικούς από τους Καβάλιερς. Ο πατέρας του, ο Ντελ Κάρι είχε μια καριέρα 16 ετών στο NBA, που διήρκησε από το 1988 ως το 2002 αποτελώντας έναν από τους καλύτερους σούτινγκ γκαρντ της δεκαετίας του '90. Ο αδερφός του, Σεθ Κάρι, είναι επίσης μπασκετμπολίστας που αγωνίζεται στο ΝΒΑ στους Ντάλας Μάβερικς.Επίσης υποστηρίζει τον Ολυμπιακό

Home: Welcome
John_Wall,_Stephen_Curry_(16433225927).j

Οι Γουόριορς επέλεξαν τον Κάρι 7ο στα Ντραφτ του 2009 και ο Κάρι υπέγραψε με αυτούς συμβόλαιο αξίας 12,7 εκατομμυρίων δολλαρίων τον Ιούλιο του ίδιου έτους. Έκανε το ντεμπούτο του στις 28 Οκτωβρίου σε αγώνα των Γουόριορς με τους Χιούστον Ρόκετς και είχε 14 πόντους και 7 ασίστ. Στις 10 Φεβρουαρίου είχε το πρώτο του τριπλ-νταπμλ με 36 πόντους , 10 ριμπάουντ και 13 ασίστ σε νίκη επί των Λος Άντζελες Κλίπερς. Αν και οι Γουόριορς δεν μπήκαν στα Πλέυ Οφ ο Κάρι έκανε καλη ρούκι σαιζόν με 17,5 πόντους , 5,9 ασίστ και 1,9 κλεψίματα σουτάρωντας με 43,7% στα τρίποντα και μπήκε στην Καλύτερη Πεντάδα των Ρούκι ενώ ήρθε δεύτερος στην ψηφοφορία για ρούκι της χρονιάς πίσω από τον Ταϊρίκ Έβανς.

Την επόμενη σαιζόν ο Κάρι μέτρησε 18,6 πόντους και 5,8 ασίστ με 44,2% στα τρίποντα ενώ το 93,4% ευστοχία στις ελεύθερες βολές ήταν το υψηλότερο εκείνη τη χρονιά στη λίγκα. Έλαβε επίσης μέρος στον διαγωνισμό δεξιοτήτων στο All Star Weekend τον οποίο και κέρδισε.

Η σαιζόν 2011-12 συνοδεύτηκε με πολλούς τραυματισμούς για τον ίδιο. Αρχικά σε αγώνα απέναντι στους Σικάγο Μπουλς έπαθε διάστρεμμα στον αστράγαλο κάτι που επαναλήφθηκε μετά από λίγες μέρες. Τον Μάρτιο έκανε χειρουργίο στον δεξιό καρπό το οποίο είχε ως αποτέλεσμα να χάσει όλη την υπόλοιπη αγωνιστική περίοδο[13].Αγωνίστηκε μόνο στα 26 από τα 66 παιχνίδια που έδωσαν οι Γουόριορς και είχε τους χαμηλότερους μέσους όρους της καριέρας του σε πόντους, ριμπάουντ και ασίστ.

Τον Οκτώβριο του 2012 υπέγραψε ανανέωση με τους Γουόριορς, τετραετούς διάρκειας που θα του απέφερε 44 εκατομμύρια δολλάρια. Η αγωνιστική περίοδος αυτή θα συνδέονταν με την αγωνιστική εκτόξευση του Κάρι ο οποίος στις 4 Μαρτίου του 2013 θα έκανε ρεκόρ καριέρας στο Μάντισον Σκουέρ Γκάρντεν κόντρα στους Νικς ευστοχώντας και σε 11 τρίποντα μια επίδοση ρεκόρ στην ιστορία του συλλόγου του Γκόλντεν Στέιτ[14]. Την τελευταία μέρα της κανονικής περι΄δου έσπασε το ρεκόρ τριπόντων σε μια χρονιά που κατείχε ο Ρέι Άλλεν με 272 δικά του τρίποντα[15]. Οι Γουόριορς τερμάτισαν 6οι στη Δυτική Περιφέρεια έτσι ο Κάρι για πρώτη φορά στην καριέρα του μπόρεσε να τους οδηγήσει στα Πλέυ Οφ. Οι Γουόριορς απέκλεισαν στον πρώτο γύρο τους Ντένβερ Νάγκετς με 4-2 νίκες και στη συνέχεια αποκλείστηκαν με 4-2 νίκες από τους μετέπειτα φιναλίστ Σαν Αντόνιο Σπερς.

Contact
Home: About

Η σαιζόν 2013-2014 χαρακτηρίστικε από το νέο ρεκόρ που έσπασε ο Κάρι ο οποίος στις 7 Δεκεμβρίου του 2013 ξεπέρασε τον Τζέισον Ρίτσαρντσον στην πρώτο θέση με τα περισσότερα εύστοχα τρίποντα στην ιστορία του κλαμπ. Ολοκλήρωσε την καλύτερη, στατιστικά, χρονιά της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας με μέσους όρους 24 πόντους και 8,5 ασίστ σε 36,5 λεπτά. Ηγήθηκε των Γουόριορς στην κατάληψη της 6ης, και πάλι θέσης, στη Δυτική Περιφέρεια με 4, όμως, νίκες περισσότερες σε σχέσι με πέρυσι . Αυτή τη φορά οι Γουόριορς αποκλείστηκαν με 4-3 νίκες από τους Κλίπερς των Κρις Πολ και Μπλέικ Γκρίφιν στον 1ο γύρο των Πλέυ Οφ.

Η νέα αγωνιστική περίδοδς συνδυάστηκε με την έλευση του Στιβ Κερ στον ρόλο του προπονητή αντικαθιστώντας τον Μαρκ Τζάκσον. Υπό τις οδηγίες του η ομάδα και ειδικότερα ο Κάρι απέδωσαν ιδιαίτερα θεαματικό και αποτελεσματικό μπάσκετ δείχνοντας από τα πρώτα τους παιχνίδια ότι αποτελούσαν ισχυρό φαβορί για τον τίτλο. Στις 7 Ιανουαρίου 2015 ο Κάρι πέτυχε το χιλιοστό του τρίποντο και, καθώς χρειάστηκε 369 αγώνες για να το καταφέρει, έγινε ο ταχύτερος που φτάνει αυτόν τον αριθμό στην ιστορία του πρωταθλήματος, όντας κατα 88 αγώνες ταχύτερος από τον προηγούμενο κάτοχο του ρεκόρ, τον Ντένις Σκοτ[16]. Οι Γουόριορς τερμάτισαν 1οι στη Δυτική Περιφέρεια με 67 νίκες, επίδοση-ρεκόρ στην ιστορία τους, και ο Κάρι ηγήθηκε της προσπάθειας τους καθώς μέτρησε κατά μέσο όρο 23,8 πόντους και 7,7 ασίστ.

Στα Πλέυ Οφ έκανε νέο ρεκόρ εύστοχων τριπόντων σε μία χρονιά καταρρίπτοντας το προηγούμενο ρεκόρ των 58 τριπόντων του Ρέτζι Μίλλερ από το 2000. Με τον Κάρι να έχει ηγετικό ρόλο οι Γουόριορς προκρίθηκαν για πρώτη φορά σε τελικούς ΝΒΑ ύστερα από 40 χρόνια αφού πρώτα απέκλεισαν τους Νιου Ορλίνς Πέλικανς, τους Μέμφις Γκρίζλις και τους Χιούστον Ρόκετς για να αντιμετωπίσουν εκεί τους Κλίβελαντ Καβαλίερς.

Τίτλοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Home: About
Home: About
Jordan_Lipofsky.jpg

MICHAEL JORDAN

Ο Μάικλ Τζέφρι Τζόρνταν (Michael Jeffrey Jordan, γεννήθηκε Μπρούκλιν17 Φεβρουαρίου 1963) είναι Αμερικανός πρώην διεθνής καλαθοσφαιριστής και νυν ιδιοκτήτης των Σάρλοτ Χόρνετς. Με ύψος 1,98 μ., αγωνιζόταν στη θέση σούτινγκ γκαρντ. «Είναι ευρέως αποδεκτό ότι είναι ο καλύτερος καλαθοσφαιριστής όλων των εποχών».[1][2][3][4][5][6] Αναγνωρίζεται επίσης ως ο κορυφαίος του αθλήματος όλων των εποχών από τη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή (ΔΟΕ),[7] ενώ το Δεκέμβριο του 1999 ψηφίστηκε 4ος «αθλητής του αιώνα» από τη ΔΟΕ.[8]

Συχνά αναφερόμενος με τα αρχικά του ονόματός του (MJ), ξεκίνησε την κολεγιακή του πορεία από το Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας, όπου οι εμφανίσεις και επιτυχίες του τον έκαναν γνωστό σε εθνικό επίπεδο. Συνέχισε την καριέρα του στο επαγγελματικό πρωτάθλημα (NBA) αγωνιζόμενος με τους Σικάγο Μπουλς, σε δύο θητείες και τους Ουάσινγκτον Ουίζαρντς, όπου και τερμάτισε την καριέρα του το 2003 στα 40 του χρόνια. Στο Σικάγο ηγήθηκε στη δημιουργία της δυναστείας της ομάδας που κατέκτησε 6 πρωταθλήματα σε 8 χρόνια μέσα στη δεκαετία του 1990. Από τον Οκτώβριο του 1993 μέχρι το Μάρτιο του 1995, αποσύρθηκε από το μπάσκετ αλλά στις 20 Μαρτίου 1995 επέστρεψε στην ενεργό δράση με την περίφημη φράση: I'm back.[9]

Όσον αφορά τις ατομικές του διακρίσεις, έχει 10 τίτλους πρώτου σκόρερ του NBA, εκ των οποίων οι επτά συνεχόμενοι από το 1987 έως το 1993, πέντε βραβεία καλύτερου παίκτη της κανονικής περιόδου (MVP) του NBA και έξι βραβεία MVP των τελικών του πρωταθλήματος. Κατέχει τα ρεκόρ για τους υψηλότερους μέσους πόντους που σημειώθηκαν ανά παιχνίδι στην κανονική περίοδο καθ' όλη τη διάρκεια της καριέρας του (30,12 πόντοι ανά παιχνίδι) και στα πλέι-οφ (33,45 πόντοι ανά παιχνίδι). Κέρδισε επίσης δύο Ολυμπιακούς τίτλους με την Εθνική ομάδα των Ηνωμένων Πολιτειών.[7] Όλες αυτές οι διακρίσεις του στο μπάσκετ τον έκαναν διάσημο, κάτι που εκμεταλλεύτηκαν αυτός και οι μεγάλες εταιρίες που σχετίζονται με τον αθλητισμό και όχι μόνο. Από το 1984 έχει δικιά του σειρά παπουτσιών, τα Air Jordans, την παραγωγή των οποίων ανέλαβε η εταιρεία Nike, ενώ έχει αποτελέσει το απόλυτο πρότυπο για τη νεολαία τη δεκαετία του 1980 και του 1990. Ένας παίκτης ικανός να αποφασίσει μόνος του τη μοίρα ενός αγώνα, σημείωσε το καλάθι νίκης με λιγότερα από πέντε δευτερόλεπτα από το τέλος 25 φορές στην καριέρα του.[10]

Το 2011 το περιοδικό Slam τον κατέταξε ως τον καλύτερο του αθλήματος όλων των εποχών.[11] Συγκαταλέγεται στους πιο διακεκριμένους και αναγνωρίσιμους, αλλά και πιο πλούσιους αθλητές παγκοσμίως όλων των εποχών και από όλα τα αθλήματα.[12][13][14][15][16] Το όνομά του είναι ένα από τα πιο συχνά χρησιμοποιούμενα στο χώρο του μπάσκετ και συνδυάστηκε με τεράστια εμπορική επιτυχία για τις εταιρείες με τις οποίες συνεργάστηκε, τόσο κατά τη διάρκεια της ενεργού δράσης του, όσο και μετά από αυτή. Μέχρι και οι αντίπαλοί του παραδέχτηκαν την σαφή ανωτερότητά του όπως ο Μάτζικ Τζόνσον λέγοντας «Υπάρχει ο Μάικλ Τζόρνταν και μετά εμείς οι υπόλοιποι»,[1] ενώ ο Λάρι Μπερντ παραδέχτηκε ότι «ποτέ το μπάσκετ δεν γνώρισε καλύτερο παίκτη από τον Τζόρνταν». Επίσης αποτελεί μέλος Naismith Memorial Basketball Hall of Fame από το 2009 και του Hall of Fame της Διεθνούς Ομοσπονδίας Καλαθοσφαίρισης (FIBA) από το 2015.

Home: About
Michael_Jordan_-_Laney_High_School_1980_

Τα πρώτα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Τζόρνταν γεννήθηκε στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης στις 17 Φεβρουαρίου του 1963. Ο πατέρας του Τζέιμς Τζόρνταν, εργάστηκε ως επόπτης της General Electric Plant και η μητέρα του Ντελόρις ήταν τραπεζικός υπάλληλος. Ο πατέρας του τον έμαθε να εργάζεται σκληρά και να μην επηρεάζεται από τη ζωή στο δρόμο. Ο πατέρας του είχε έντονη αίσθηση τάξης και έσπρωχνε τα παιδιά του στον αθλητισμό. Όταν ο Μάικλ ήταν ακόμη μωρό αυτός και η οικογένειά του μετακόμισαν στο Γουίλμινγκτον της Βόρειας Καρολίνας, όπου ήταν και ο αρχικός τόπος καταγωγής της οικογένειας έχοντας περάσει τουλάχιστον έξι γενιές σε ένα μικρό κομμάτι βάλτου και καλλιεργήσιμων εκτάσεων στα αγροτικά προάστια και πόλεις. Στο γυμνάσιο έκανε μαθήματα τένις, ασχολήθηκε με τον στίβο και το αμερικανικό ποδόσφαιρο, στο τέλος όμως δύο ήταν τα αθλήματα που τον κέρδισαν: το μπάσκετ και το μπέιζμπολ. Εκεί ξεκίνησε να παίζει κυρίως μπέιζμπολ, ενώ σε πιο μεγάλη ηλικία άρχισε και η ενασχόλησή του με το μπάσκετ. Η νικηφόρα νοοτροπία του στον αθλητισμό ήταν εμφανής από τα παιδικά του χρόνια, αν και στην προσωπική του ζωή ήταν ντροπαλός.[17][18] Οι γονείς του Μάικλ ανέβαζαν συνεχώς τις προσδοκίες τους για τα παιδιά τους. Η σχέση του Μάικλ με τον μεγαλύτερο αδερφό του, Λάρι, ήταν μια βασική δύναμη στα πρώτα του χρόνια. Ο Λάρι ήταν επίσης σπουδαίος αθλητής με την ίδια δύναμη, αθλητική ικανότητα και φιλοδοξία, αλλά δεν είχε τη σωματοδομή για να υπερέχει στον αθλητισμό. Ο Μάικλ αγωνίστηκε σκληρά για να κερδίσει τον μεγαλύτερο αδερφό του, όταν οι δύο τους έπαιζαν μεταξύ τους σε καθημερινή βάση. Η κυριαρχία του Λάρι στον μικρότερο αδερφό του ώθησε την αποφασιστικότητα του μικρού να φτάσει και να κερδίσει-και τελικά, μια μέρα το έκανε.[19]

Γυμνάσιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Home: About

ΓΥΜΝΑΣΙΟ

Ο Τζόρνταν, φοίτησε στο τοπικό γυμνάσιο Έμσλεϊ Α. Λέινι. Το 1978, όταν ο ίδιος ήταν 15 χρονών και μαθητής της τέταρτης τάξης του γυμνασίου, έκανε την πρώτη του απόπειρα να μπει στην σχολική ομάδα μπάσκετ. Έμεινε όμως εκτός της δωδεκάδας, αφού έχασε την τελευταία διεκδικούμενη θέση λόγω του ύψους του που τότε δεν ξεπερνούσε τα 1,80 μέτρα. Την θέση μάλιστα την πήρε ο ύψους 2 μέτρων Χάρβεστ Σμιθ που ήταν φίλος και συνομήλικός του και έγινε ο μοναδικός μαθητής της τάξης του που μπήκε στην ομάδα εκείνη τη χρονιά.[20][21][22]

Έτσι λοιπόν περιορίστηκε σε θέση στη δεύτερη ομάδα που αγωνίζονταν σε αντίστοιχο πρωτάθλημα. Το όλο γεγονός τον πείσμωσε ωθώντας τον να δουλέψει σκληρά προκειμένου να βελτιωθεί, ενώ παράλληλα κατάφερε να δείξει για πρώτη φορά την αξία του με την δεύτερη ομάδα, της οποίας ηγήθηκε μετρώντας σε κάθε παιχνίδι 30 ή 40 πόντους.[23][24]

Την επόμενη χρονιά, έχοντας ψηλώσει πάνω από 10 εκατοστά σε σχέση με την προηγούμενη[25] και ύστερα από πολλές ώρες εξάσκησης, ήταν πλέον πολύ πιο αθλητικός και βελτιωμένος και δεν δυσκολεύτηκε να μπει στην πρώτη ομάδα. Αν και σαν σύνολο έκαναν μέτρια σεζόν με ρεκόρ 9–7 στις νίκες, ο Τζόρνταν μέτρησε 24,6 πόντους και 12 ριμπάουντ κατά μέσο όρο και ενώ ήταν ακόμα σχεδόν τελείως άγνωστος άρχισε σιγά - σιγά να εξαπλώνεται η φήμη του.[24][26]


Ο Τζόρνταν με την ομάδα του γυμνασίου του τη σεζόν 1979-80.

Ο πρώτος που τον εντόπισε ήταν ο νεαρός τότε Ρόι Γουίλιαμς, βοηθός του προπονητή Ντιν Σμιθ στην ομάδα μπάσκετ του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας (University of North Carolina at Chapel Hill), ενός τοπικού κολεγίου που είχε όμως ένα από τα καλύτερα προγράμματα στο άθλημα σε εθνικό επίπεδο. Ο Γουίλιαμς άκουσε τα καλά λόγια του υπευθύνου του αθλητικού τμήματος του γυμνασίου Λέινι, που του κίνησαν την περιέργεια προτείνοντας στην ομάδα να κάνουν σκάουτινγκ στον παίκτη. Μετά από παρακολούθηση ξεχώρισε το ταλέντο του Τζόρνταν με αποτέλεσμα να κληθεί στο καμπ του Ντιν Σμιθ, μαζί με άλλα 400 παιδιά από την περιοχή όπου εντυπωσίασε τους ανθρώπους του κολεγίου.[27][28] Λίγο αργότερα ο ταλαντούχος παίκτης έλαβε μέρος και στο Garfinkel’s Five Star Camp στη Νέα Υόρκη,[29] όπου εξάπλωσε κι' άλλο τη φήμη του και έγινε γνωστός και σε άλλα κολέγια. Το καλοκαίρι του 1980 είχε ήδη δεχθεί προτάσεις για υποτροφία από πολλά πασίγνωστα κολέγια εκτός του αυτού της Βόρειας Καρολίνας, συμπεριλαμβανομένου του Πανεπιστημίου Ντιούκ, του των Πανεπιστημίων της Νότιας Καρολίνας, του Σίρακιουζ, της Βιρτζίνια και του Πανεπιστημίου του Λος Άντζελες της Καλιφόρνια. Ο ίδιος πήρε σχετικά γρήγορα την απόφασή του με το που θα αγωνίζονταν και την 1η Νοεμβρίου του 1980, προτού αρχίσει την τελευταία του χρονιά στο γυμνάσιο, ανακοίνωσε την απόφασή του να αγωνιστεί στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας. Εξήγησε ότι το έκανε αυτό ώστε να επικεντρωθεί μόνο στο να παίζει μπάσκετ.[20][30]

Η δημοσιότητα του γυμνασίου ύστερα από όλα αυτά ανέβηκε κατακόρυφα και μάλιστα λίγες μέρες αργότερα, στις 26 Νοεμβρίου, στο πρώτο παιχνίδι της ομάδας για τη νέα σεζόν απέναντι στο γυμνάσιο του Πέντερ το γήπεδο γέμισε ασφυκτικά από φιλάθλους που ήθελαν να παρακολουθήσουν το νέο αστέρι του Νορθ Καρολάινα. Μάλιστα πολύς κόσμος αναγκάστηκε να μείνει έξω από το κλειστό, ενώ ο Τζόρνταν οδήγησε την ομάδα του στη νίκη με 33 πόντους και 14 ριμπάουντ. Ολοκλήρωσε την σεζόν επιτυγχάνοντας τριπλ νταμπλ μετρώντας 29,2 πόντους, 11,6 ριμπάουντ και 10,1 ασίστ ανά αγώνα με αποτέλεσμα να επιλεγεί στην «Παναμερικανική Πεντάδα των Μακ Ντόναλντ».[20][23]

Home: About

Η αποχώρηση το 1993[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 6 Οκτωβρίου 1993, ο Τζόρνταν ανακοίνωσε την αποχώρησή του από την ενεργό δράση, σε μια από τις πιο εκπληκτικές αποχωρήσεις στην ιστορία του αθλητισμού, δηλώνοντας: «Έχω φτάσει στο αποκορύφωμα της καριέρας μου. Απλώς νιώθω ότι δεν έχω κάτι άλλο να αποδείξω. Όταν χάνω την αίσθηση του κινήτρου και την αίσθηση να αποδείξω κάτι ως παίκτης μπάσκετ, ήρθε η ώρα να απομακρυνθώ από το παιχνίδι του μπάσκετ». Αργότερα διευκρίνησε ότι ο θάνατος του πατέρα του τρεις μήνες νωρίτερα βοήθησε στη διαμόρφωση της απόφασής του. «Με έκανε να συνειδητοποιήσω πόσο σύντομη είναι η ζωή, πόσο γρήγορα μπορούν να τελειώσουν τα πράγματα, πόσο αθώα. Και σκέφτηκα ότι υπάρχουν στιγμές στη ζωή κάποιου όταν πρέπει να αφήσει τα παιχνίδια στην άκρη. Ήθελα να δώσω περισσότερο χρόνο στην οικογένειά μου». Ο Τζέιμς Τζόρνταν, 56 ετών, δολοφονήθηκε στις 23 Ιουλίου 1993, σε έναν χώρο ανάπαυσης σε αυτοκινητόδρομο στο Λάμπερτον της Βόρειας Καρολίνας, από δύο εφήβους 18 ετών, τον Ντάνιελ Γκριν και τον Λάρι Μάρτιν Ντέμερι, οι οποίοι χτύπησαν το αυτοκίνητο του κάνοντας αντιφατικές δηλώσεις αργότερα για τις προθέσεις τους. Το σώμα του που κατρακύλησε σε ένα βάλτο της περιοχής ανακαλύφθηκε στις 3 Αυγούστου. Οι δύο έφηβοι βρέθηκαν μετά να έχουν κάνει κλήσεις από το κινητό του αυτοκινήτου του Τζέιμς Τζόρνταν που είχαν κλέψει, δικάστηκαν κατηγορούμενοι για ληστεία μετά φόνου το 1995 και καταδικάστηκαν σε ισόβια κάθειρξη.[210][211][212] Οι θεωρίες συνωμοσίας όμως έφτασαν στο σημείο να κάνουν λόγω για ξεκαθάρισμα λογαριασμών: χρέη του Μάικλ σε λάθος άτομα από τζόγο, αντικείμενο στο οποίο είχε αδυναμία. Ουδέποτε τελικά αποδείχθηκε κάτι τέτοιο, ακόμα και μετά από έρευνα από την ίδια την διοργανώτρια αρχή.[213][214] Ο Μάικλ είχε στενές σχέσεις με τους γονείς του, ενώ ο ίδιος έλεγε ότι ο πατέρας του τον κρατούσε πάντα προσγειωμένο. Είναι χαρακτηριστικό πως ακόμα και το σήμα κατατεθέν του σε κάθε εφόρμησή του προς το αντίπαλο καλάθι (το να βγάζει δηλαδή την γλώσσα έξω από το στόμα) ήταν κάτι που το είχε πάρει από τον πατέρα του. Ο οποίος το έκανε κάθε φορά που έφερνε εις πέρας όποια δουλειά είχε αναλάβει.[215][216] Το 1996, ίδρυσε μια λέσχη James Jordan Boys & Girls Club and Family Life Center στο Σικάγο και το αφιέρωσε στον πατέρα του.[217] Στην αυτοβιογραφία του 1998 έγραψε ότι είχε προετοιμαστεί για αποχώρηση ήδη από το καλοκαίρι του 1992. Η πρόσθετη κούραση λόγω των Ολυμπιακών Αγώνων του 1992 ενίσχυσε τα σκέψη του. Η ανακοίνωσή του προκάλεσε σοκ σε όλο το ΝΒΑ, θεωρούμενος ήδη ως ο κορυφαίος καλαθοσφαιριστής όλων των εποχών έχοντας ξεπεράσει κάθε πρότυπο με το οποίο υπολογίζουμε τη φήμη ενός αθλητή,[218][219][220] και στον κόσμο του αθλητισμού και εμφανίστηκε στις πρώτες σελίδες των εφημερίδων σε όλο την υφήλιο.[221][222][223][224]

Ο Τζόρνταν εξέπληξε περαιτέρω τον κόσμο του αθλητισμού υπογράφοντας συμβόλαιο με την ομάδα του μπέιζμπολ Chicago White Sox στις 7 Φεβρουαρίου 1994. Αιτιολόγησε αυτή την απόφαση για να ακολουθήσει το όνειρο του αείμνηστου πατέρα του, ο οποίος πάντα οραματιζόταν τον γιο του ως παίκτη του Major League Baseball. Ο ιδιοκτήτης της ομάδας μπέιζμπολ ήταν ο ίδιος με τους Μπουλς και ο Τζόρνταν συνέχισε να αμοίβεται σύμφωνα με το συμβόλαιο μπάσκετ. Το μπέιζμπολ λειτούργησε ως πνευματικό καταφύγιο έχοντας την ευκαιρία να μειώσει το άγχος και να ανανεωθεί.[216][225] Με το ξύλινο μπαστούνι του μπέιζμπολ δεν κατάφερε να επαναλάβει τα μπασκετικά κατορθώματά του.[35] Ενδιαφέρον είναι όμως ότι τα ΜΜΕ παρακολουθούσαν λαίμαργα την προσπάθειά του να κάνει μια δεύτερη καριέρα στο μπέιζμπολ, ένα άθλημα εξαιρετικά δημοφιλές στις ΗΠΑ-πλην ακατανόητο για το μεγαλύτερο μέρος του υπόλοιπου πλανήτη.[226]

Την 1η Νοεμβρίου 1994, ο αριθμός του 23 αποσύρθηκε από τους Σικάγο Μπουλς, σε τελετή που συγκέντρωσε πολλούς μεγάλους παίκτες του αθλήματος και περιελάμβανε την παρουσίαση ενός μόνιμου γλυπτού γνωστού ως The Spirit ύψους 5 μέτρων με άγαλμά του βάρους 900 κιλών έξω από το νέο γήπεδο. Στη βάση του αναγράφεται: «Ο καλύτερος που υπήρξε ποτέ. Ο καλύτερος που θα υπάρχει για πάντα».[227][228]

Η επιστροφή και το δεύτερο «Three Peat»[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην αγωνιστική περίοδο 1993–94 οι Μπουλς πέτυχαν επίδοση 55–27 νίκες στη κανονική περίοδο χωρίς τον Τζόρνταν στη σύνθεση, και έχασαν από τους Νικς στο δεύτερο γύρο των πλέι-οφ.[229][230] Το 1994–95 ήταν ακόμα χειρότερα, ουσιαστικά ένα απομεινάρι της ομάδας-πρωταθλήτριας μόλις δύο χρόνια νωρίτερα. Παλεύοντας στα μέσα της σεζόν για να εξασφαλίσει μια θέση στα πλέι-οφ, το Σικάγο ήταν 31–31 στα μέσα Μαρτίου.[231][232][233] Η ομάδα έλαβε την πλέον επιθυμητή βοήθεια ωστόσο, όταν ο Τζόρνταν αποφάσισε να επιστρέψει στο μπάσκετ.

Τον Μάρτιο του 1995, ο Τζόρνταν αποφάσισε να εγκαταλείψει το μπέιζμπολ και στις 18 Μαρτίου 1995, ανακοίνωσε την επιστροφή του στην ενεργό δράση μέσω δελτίου τύπου δύο λέξεων που εστάλη με φαξ: «Είμαι πίσω» (I'm back).[234][235][236] Την επόμενη μέρα, ήταν στο γήπεδο με τους Ταύρους για να αγωνιστεί απέναντι στους Ιντιάνα Πέισερς στην Ινδιανάπολη, σημειώνοντας 19 πόντους στην ήττα με 103–96.[219][237] Το παιχνίδι είχε την υψηλότερη βαθμολογία Νίλσεν από οποιοδήποτε παιχνίδι NBA της κανονικής περιόδου από το 1975.[238] Αν και θα μπορούσε να φορέσει τον κανονικό αριθμό του, παρόλο που η ομάδα του Σικάγου τον είχαν αποσύρει, φόρεσε τον αριθμό 45.[236][233] Η επιστροφή συνοδεύτηκε από ένα κύμα μαζικής υστερίας στο Σικάγο, όπου το γεγονός συγκρίθηκε με την ανάσταση του Χριστού, θυμίζοντας το προσωνύμιο Black Jesus.[239][240][241]

Παρά την απουσία 18 μηνών από το NBA, έπαιξε καλά υστερόντας όμως σε ποσοστά ευστοχίας, κάνοντας εντυπωσιακή εμφάνιση απέναντι στην Ατλάντα στο τέταρτο του παιχνίδι και σημείωσε 55 πόντους στο επόμενο παιχνίδι του με τους Νικς στις 28 Μαρτίου 1995.[105][242] Ενισχυμένοι οι «Ταύροι» σημείωσαν επίδοση 13–4 νίκες για να προχωρήσουν στα πλέι-οφ και έφτασαν στους ημιτελικούς της Ανατολικής Περιφέρειας με αντίπαλο τους Ορλάντο Μάτζικ, οι οποίοι κέρδισαν το πρώτο παιχνίδι. Ο Τζόρνταν απάντησε σημειώνοντας 38 πόντους στον επόμενο αγώνα, τον οποίο κέρδισε το Σικάγο. Πριν από τον αγώνα (10 Μαΐου), αποφάσισε ότι θα ξαναρχίσει αμέσως φορώντας τον προηγούμενο αριθμό του το διάσημο 23.[237] Στους Μπουλς επιβλήθηκαν πρόστιμο 25.000 δολαρίων για την αποτυχία αναφοράς της αλλαγής αριθμού στο NBA και στον ίδιο 5.000 δολάρια επιπλέον επειδή επέλεξε να φορέσει λευκά πάνινα παπούτσια όταν οι υπόλοιποι παίκτες της ομάδας φορούσαν μαύρα.[243][244] Κατά μέσο όρο είχε 31 πόντους ανά παιχνίδι στη σειρά, αλλά το Ορλάντο κέρδισε τη σειρά στα έξι παιχνίδια.[245]


Μάικλ Τζόρνταν, Φιλ Τζάκσον το 1997

Ο Τζόρνταν προπονήθηκε σκληρά για τη σεζόν 1995–96 και οι Μπουλς ενισχύθηκαν με την προσθήκη του ικανότατου ριμπάουντερ Ντένις Ρόντμαν.[19][115] Η ομάδα κυριάρχησε στο πρωτάθλημα, ξεκινώντας τη σεζόν από 41–3 νίκες. Η αναγεννημένη ομάδα τελικά τερμάτισε με το καλύτερο ρεκόρ κανονικής περιόδου στην ιστορία του NBA με 72 νίκες και 10 ήττες, επίδοση που καταρρίφθηκε δύο δεκαετίες αργότερα.[246] Είχαν ακόμα την καλύτερη επίθεση (115,2 πόντοι μ.ο.) αλλά και άμυνα (101,8), θεωρούμενη έτσι ως μία από τις καλύτερες όλων των εποχών,[247][248][249] ή και η καλύτερη.[250][251] Ο Τζόρνταν ηγήθηκε του πρωταθλήματος στο σκοράρισμα για όγδοη φορά σημειώνοντας ρεκόρ με μέσο όρο 30,4 πόντους ανά παιχνίδι και κέρδισε τον τίτλο του MVP και τον αντίστοιχο του All-Star Game.[252] Ακόμα είχε 6,6 ριμπάουντ, 4,3 ασίστ, 2,2 κλεψίματα και μόλις 2,4 λάθη ανά 37,7 λεπτά συμμετοχής στους 82 αγώνες της κανονικής περιόδου.[253] Η κυριαρχία των «Ταύρων» εκείνη τη περίοδο ήταν σαρωτική: Τζόρνταν και Πίπεν ήταν στην πρώτη ομάδα του NBA, ο Τόνι Κούκοτς ήταν ο καλύτερος έκτος παίκτης, ο Ρόντμαν πρώτος ριμπάουντερ και ο Τζάκσον προπονητής της χρονιάς. Ο Τζόρνταν και ο Πίπεν έθεσαν ρεκόρ όλων των εποχών όταν και οι δύο σημείωσαν τουλάχιστον 40 πόντους σε ένα παιχνίδι. Στις 18 Φεβρουαρίου 1996 απέναντι στους Ιντιάνα Πέισερς εκτός έδρας (104–110), ο Τζόρνταν σκόραρε 44 και ο Πίπεν 40. Δεν υπήρξε ποτέ αντίστοιχη ομαδική κυριαρχία στο παρελθόν ή μετά.[254][255][256]

Στα πλέι-οφ οι Μπουλς έχασαν μόνο τρία παιχνίδια σε τέσσερις σειρές (Μαϊάμι Χιτ 3–0, Νικς 4–1, Ορλάντο 4–0). Νίκησαν το Σιατλ με 4–2 στους τελικούς του ΝΒΑ και κέρδισαν το τέταρτο πρωτάθλημά τους. Ο Τζόρνταν ανακηρύχθηκε MVP των τελικών για τέταρτη φορά, επίδοση ρεκόρ ξεπερνώντας τα τρία βραβεία MVP των τελικών του Μάτζικ Τζόνσον.[184] Επίσης, πέτυχε μόνο τη δεύτερη στην ιστορία κατάκτηση και των τριών τίτλων MVP σε μία χρονιά.[257] Μετά την κατάκτηση του πρωταθλήματος, το πρώτο του μετά τη δολοφονία του πατέρα του, ο Τζόρνταν αντέδρασε συναισθηματικά, κρατώντας τη μπάλα του τελευταίου παιχνιδιού και βουρκωμένος κάθισε στο πάτωμα των αποδυτηρίων στον τελευταίο αγώνα (16 Ιουνίου 1996). Αφιέρωσε τον τίτλο στον αδικοχαμένο πατέρα του την «ημέρα του πατέρα».[258] Στις δύο (σχεδόν) σεζόν χωρίς τον Τζόρνταν, οι Μπουλς είχαν ποσοστό νικών 60,5 % (89–58), ενώ μαζί του τους 17 τελευταίους αγώνες του 1995 και την επόμενη σεζόν ήταν 85,9 % (85–14).[128]

Στη σεζόν 1996–97, οι Μπουλς ξεκίνησαν με επίδοση 69–13 νίκες στην κανονική περίοδο.[259] Ωστόσο, ο Τζόρνταν νικήθηκε για τον τίτλο του NBA MVP από τον Καρλ Μαλόουν των Γιούτα Τζαζ.[260] Οι «Ταύροι» προχώρησαν και πάλι στους τελικούς (με αξιομνημόνευτη την εμφάνιση του Τζόρνταν στον πρώτο γύρο των πλέι-οφ απέναντι στους Μπούλετς σημειώνοντας 55 πόντους στο τελικό 109–104[141]), όπου αντιμετώπισαν τη Γιούτα του Μαλόουν. Η σειρά απέναντι στους Τζαζ παρουσίασε δύο από τις πιο αξέχαστες στιγμές της καριέρας του Τζόρνταν. Κέρδισε το πρώτο παιχνίδι για την ομάδα, σημειώνοντας 31 πόντους και παίρνοντας τη μπάλα 9 δευτερόλεπτα πριν τη λήξη σούταρε στη λήξη της συνάντησης ευστοχώντας και το παιχνίδι έληξε 84–82.[261][262] Στο πέμπτο παιχνίδι, με τη σειρά στην ισοπαλία 2–2, ο Τζόρνταν έπαιξε παρά το γεγονός ότι ήταν εμπύρετος και αφυδατωμένος από τροφική δηλητηρίαση. Σε αυτό το παιχνίδι που είναι γνωστό ως Flu Game, σημείωσε 38 πόντους, συμπεριλαμβανομένου του τρίποντου που έκρινε το παιχνίδι στα 25 δευτερόλεπτα πριν τη λήξη. Η ομάδα του Σικάγου κέρδισε με 90–88 και συνέχισε τελειώνοντας τη σειρά στα έξι παιχνίδια.[263][264] Για πέμπτη φορά ο Τζόρνταν κέρδισε τον τίτλο του MVP των τελικών αποδεικνύοντας την ικανότητά του για κορυφαίες εμφάνισεις στα κρίσιμα παιχνίδια, έχοντας μέσο όρο 32,3 πόντους, 7 ασίστ και 6 ριμπάουντ στη σειρά των τελικών.[184][265] Κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού All-Star Game του 1997, πέτυχε το πρώτο και μοναδικό μέχρι σήμερα τριπλ-νταμπλ στην ιστορία του θεσμού (14 πόντοι, 11 ριμπάουντ, 11 ασίστ), ωστόσο δεν έλαβε τον τίτλο του MVP.[136][266]

Τον Οκτώβριο του 1997 οι Μπουλς αγωνίστηκαν στην Ευρώπη στο McDonald's Championship στο Παρίσι, στην όγδοη συνέχεια μιας διοργάνωσης που θα μπορούσε να θεωρηθεί ως άτυπο Διηπειρωτικό Κύπελλο. Ένας ετερόκλητος στρατός 100 ανθρώπων όπου μαζί με μαζορέτες, φρουρούς ασφαλείας, διαιτητές, μασκότ, στατιστικολόγους και VIP, ήρθε και το πάτωμα που έθεσε για την περίσταση στο Παλέ ντε Μπερσί διέσχισαν τον Ατλαντικό μαζί τους «βασιλιάδες» του NBA.[267] Η διοργάνωση έγινε με μικτούς κανονισμούς από Ευρώπη και ΝΒΑ. Επετράπη η άμυνα ζώνης που τότε απαγορευόταν στο ΝΒΑ.[268] Μπουλς και Ολυμπιακός βρέθηκαν στον τελικό στις 18 Οκτωβρίου, νικώντας τις PSG Racing και Athenas Cordoba αντίστοιχα στα ημιτελικά, με 28 πόντους του Τζόρνταν στον αγώνα της ομάδας του. Ο Ολυμπιακός που ήταν τότε πρωταθλητής Ευρώπης έγινε η πρώτη ελληνική ομάδα στο τουρνουά και η πρώτη που αντιμετώπισε τους θρυλικούς «Ταύρους» της δεκαετίας του '90. Οι «ερυθρόλευκοι» έκαναν ότι καλύτερο μπορούσαν απέναντι στο Μάικλ Τζόρνταν και την παρέα του που ήταν χωρίς τους Πίπεν και Ρόντμαν. Οι Μπουλς νίκησαν με 104–78 με τον Τζόρνταν πρώτο σκόρερ με 27 πόντους και MVP του τελικού.[269][270]


Φανέλα και παπούτσια του Τζόρνταν στο μουσείο του Σικάγου

Τζόρνταν και Μπουλς πέτυχαν επίδοση 62–20 στην κανονική περίοδο της σεζόν 1997–98. Ήταν πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος για 10η φορά στην καριέρα του (επίδοση που παραμένει ακατάρριπτο ρεκόρ) με 28,7 πόντους ανά παιχνίδι,[271] εξασφάλισε το πέμπτο βραβείο MVP της κανονικής περιόδου,[170] καθώς και τις διακρίσεις για την καλύτερη ομάδα του NBA, την καλύτερη αμυντική ομάδα και το All-Star Game MVP (πρώτος σκόρερ της συνάντησης με 23 πόντους).[271][272] Ήταν ο μεγαλύτερος σε ηλικία παίκτης που ψηφίστηκε ως NBA MVP σε ηλικία 35 ετών και ήταν ο μεγαλύτερος σε ηλικία πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος.[273] Στον αγώνα της 27 Μαρτίου απέναντι στους Ατλάντα Χοκς σημειώθηκε ρεκόρ στον αριθμό των θεατών που παρακολούθησαν (62.046 εισιτήρια) μία ακόμα νικηφόρα παράσταση του Τζόρνταν (34 πόντοι).[130] Η ομάδα κέρδισε την Ανατολική Περιφέρεια για τρίτη συνεχόμενη χρονιά, συμπεριλαμβανομένης της επικράτησης σε σειρά επτά παιχνιδιών με την Ιντιάνα στους τελικούς της Ανατολής. Στους τελικούς αντιμετώπισαν τους γνώριμους Γιούτα Τζαζ. Στις 7 Ιουνίου 1998 οι «Ταύροι» σκόραραν 96, η ομάδα της Γιούτα 54 και η διαφορά των 42 πόντων παραμένει μέχρι σήμερα η απόλυτη επίδοση στους τελικούς του πρωταθλήματος.[274] Η ομάδα του Σικάγου επέστρεψε για το έκτο παιχνίδι στις 14 Ιουνίου 1998, οδηγώντας τη σειρά με 3–2. Ο Τζόρνταν πραγματοποίησε σειρά από ενέργειες που θεωρούνται μια από τις μεγαλύτερες παραστάσεις στην ιστορία των τελικών του ΝΒΑ. Με 41,9 δευτερόλεπτα να απομένουν και οι Μπουλς να χάνουν 86–83, ο Φιλ Τζάκσον κάλεσε σε τάιμ-ουτ. Όταν το παιχνίδι ξανάρχισε, ο Τζόρνταν έλαβε πάσα, προχώρησε προς το καλάθι και έκανε το σουτ πάνω από αρκετούς αμυντικούς της Τζαζ, μειώνοντας το προβάδισμα της Γιούτα σε 86–85. Οι παίκτες της Τζαζ έφεραν την μπάλα στο Μαλόουν, ο οποίος ήταν κοντά στο καλάθι επιτηρούμενος από το Ρόντμαν αλλά ο Τζόρνταν έκλεψε την μπάλα από τα χέρια του και έπειτα έπεσε στο γήπεδο και σταμάτησε. Με 10 δευτερόλεπτα να απομένουν, ο Τζόρνταν άρχισε ατομική προσπάθεια και με 5,2 δευτερόλεπτα να απομένουν, έφτασε στην ίσως υπέρτατη στιγμή της καριέρας του στους Μπουλς δίνοντας προβάδισμα 87–86. Στη συνέχεια, ο Τζον Στόκτον έχασε προσπάθεια τρίποντου και το παιχνίδι έληξε.[275][276][277] Τζόρνταν και Μπουλς κέρδισαν το έκτο πρωτάθλημα NBA τους, επιτυγχάνοντας δεύτερο three peat στη δεκαετία. «Νομίζω ότι αυτή ήταν η στιγμή που καθόρισε την καριέρα μου στο Σικάγο» δήλωσε αργότερα.[143]

Για άλλη μια φορά, ο Τζόρνταν ψηφίστηκε ως MVP των τελικών έχοντας μέσο όρο 33,5 πόντους ανά παιχνίδι, συμπεριλαμβανομένων των 45 στο αποφασιστικό έκτο παιχνίδι.[275][265] Ήταν παρών και στα 103 παιχνίδια των Μπουλς εκείνης της σεζόν και είναι χαρακτηριστικό ότι είχε διψήφιο αριθμό πόντων σε όλα.[278] Οι έξι τίτλοι τελικών MVP του Τζόρνταν είναι επίδοση που παραμένει ακατάρριπτο ρεκόρ, έχοντας τον υψηλότερο μέσο όρο πόντων (33,45 επίσης ακατάρριπτο ρεκόρ) όπως και το γεγονός ότι είναι ο μοναδικός παίκτης στην ιστορία του ΝΒΑ που ποτέ δεν σκόραρε λιγότερους από 20 πόντους σε κανένα από τα παιχνίδια του σε τελικούς.[279][280][281] Οι τελικοί του 1998 κατέχουν την υψηλότερη τηλεοπτική θεαματικότητα οποιασδήποτε σειράς τελικών στην ιστορία με το έκτο παιχνίδι να είναι στην κορυφή από οποιοδήποτε παιχνίδι στην ιστορία του NBA.[282]

Κλείνοντας την καριέρα του με την ομάδα του Σικάγου είχε πετύχει τα εξής: 6 πρωταθλήματα και 6 MVP τελικών (1991, 1992, 1993, 1996, 1997, 1998), 5 τίτλους MVP κανονικής περιόδου (1988, 1991, 1992, 1996, 1998), καλύτερος αμυντικός της χρονιάς (1988), τον υψηλότερο μέσο όρο πόντων, 10 σεζόν (1997–1993, 1996–1998) κορυφαίος σκόρερ του ΝΒΑ (αριθμός ρεκόρ στο ΝΒΑ), 3 σεζόν (1988, 1990, 1992) πρώτος στα κλεψίματα. Ήταν ακόμα 3ος σκόρερ όλων των εποχών και 3oς στα κλεψίματα όλων των εποχών στην ιστορία του NBA. Για 10 σεζόν ήταν στην καλύτερη 5άδα (1987–1993, 1996–1998) και 9 σεζόν στην καλύτερη αμυντική 5άδα του ΝΒΑ (1988–1993, 1996–1998).[22][280][283]

Δεύτερη αποχώρηση και δεύτερη επιστροφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η σεζόν 1998–1999 ήταν για το NBA μία σχεδόν καταστροφή. Οι οικονομικές διαφορές μεταξύ παικτών, διοργανωτών και ιδιοκτητών των ομάδων είχε φτάσει σε τέτοιο σημείο, ώστε να ανασταλεί η έναρξη του πρωταθλήματος από την 1η Ιουλίου 1998. Μετά από συνεχείς διαπραγματεύσεις και με τον κίνδυνο να χαθεί ολόκληρη η χρονιά οριστικά, επετεύχθη συμφωνία στις 20 Ιανουαρίου 1999. Το All-Star Game ακυρώθηκε.[284] Η σεζόν ξεκίνησε στις 5 Φεβρουαρίου 1999, μετά την επίτευξη νέας εξαετούς Συλλογικής Συμφωνίας μεταξύ του ΝΒΑ και της Εθνικής Ένωσης Παικτών Μπάσκετ. Με το συμβόλαιο του Φιλ Τζάκσον να λήγει και ο ίδιος να έχει φανεί από αρκετά νωρίτερα ότι αποχωρεί, οι εκκρεμείς αποχωρήσεις Πίπεν και Ρόντμαν να εμφανίζονται και να βρίσκονται στα τελευταία στάδια αποκλεισμού από τους ιδιοκτήτες του NBA, ο Τζόρνταν αποσύρθηκε για δεύτερη φορά στις 13 Ιανουαρίου 1999 σε ηλικία 36 ετών. Η μακροχρόνια αναμονή έναρξης λειτούργησε διαλυτικά για την ομάδα σε όλους τους τομείς και ήταν σημαντικός παράγοντας για την απόφασή του. Ο ίδιος είχε ισχυρή επιθυμία να συνεχίσει με τους κυριότερους συνεργάτες του.[84][285][286] Δήλωσε τότε: «Είμαι ψυχικά εξαντλημένος, δεν αισθάνομαι ότι έχω άλλες προκλήσεις. Φυσικά αισθάνομαι υπέροχα. Για μένα είναι η τέλεια στιγμή να φύγω από αυτό το άθλημα. Είμαι γαλήνιος».[287][288][289] Στη συνέντευξη τύπου ρωτήθηκε για την πιθανότητα επανόδου και διευκρίνησε ότι «Όχι, δεν υπάρχει. Ποτέ μη λες ποτέ βέβαια αλλά είμαι κατά 99,9 % σίγουρος για την απόφαση αυτή».[284] Η αποχώρηση των σημαντικότερων ατόμων στην επιτυχία της ομάδας οδήγησε σε αποκαρδιωτική παρουσία στο πρωτάθλημα με 13 μόλις νίκες σε 50 αγώνες.[290] Στις 19 Ιανουαρίου 2000 επέστρεψε στο ΝΒΑ όχι ως παίκτης, αλλά ως ιδιοκτήτης και πρόεδρος των επιχειρήσεων μπάσκετ για τους Ουάσινγκτον Ουίζαρντς.[18][291] Οι ευθύνες του με το σύλλογο ήταν να ελέγχει όλες τις πτυχές των επιχειρήσεων μπάσκετ και είχε τον τελευταίο λόγο σε όλα τα θέματα του προσωπικού. Κατάφερε να εκκαθαρίσει την ομάδα από υψηλά αμειβόμενους παίκτες αλλά χρησιμοποίησε την πρώτη επιλογή στο ντραφτ του 2001, η οποία δεν ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες.[83][292]

Παρά τον ισχυρισμό του τον Ιανουάριο του 1999 για την πιθανότητα επανόδου, το καλοκαίρι του 2001 ο Τζόρνταν εξέφρασε το ενδιαφέρον του να κάνει μια άλλη επιστροφή, αυτή τη φορά με τη νέα του ομάδα. Πέρασε μεγάλο μέρος της άνοιξης και του καλοκαιριού του 2001 στην προπόνηση. Επιπλέον, προσέλαβε τον παλιό προπονητή του στους Μπουλς Νταγκ Κόλινς, ως προπονητή της Ουάσινγκτον για την επερχόμενη σεζόν, μια απόφαση που πολλοί θεώρησαν ως προάγγελο επιστροφής την επόμενη χρονιά.[293]


Με τη φανέλα των Ουίζαρντς

Στις 25 Σεπτεμβρίου 2001 ο Τζόρνταν ανακοίνωσε την επιστροφή του στο ΝΒΑ για να παίξει για τους Ουάσινγκτον Ουίζαρντς, δείχνοντας την πρόθεσή του να δωρίσει το μισθό του ως παίκτη σε μια προσπάθεια ανακούφισης για τα θύματα των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου.[294][295] Διευκρίνησε ότι επιστρέφει γιατί αγαπά το παιχνίδι και δεν τον ενδιαφέρει αν θα πληρωθεί ακόμη και καθόλου.[296] «Νομίζω ότι δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος να διδάσκεις νέους παίκτες από το να είσαι στο γήπεδο μαζί τους ως συμπαίκτης, όχι μόνο στην πράξη, αλλά και σε πραγματικά παιχνίδια του ΝΒΑ», είπε καθώς ανακοίνωσε την επιστροφή του.[297] Σε μια σεζόν 2001–02 που χαρακτηρίστηκε από τραυματισμούς, ήταν πρώτος στην ομάδα στο σκοράρισμα (22,9 πόντοι μέσο όρο), ασίστ (5,2 μ.ο.) και κλεψίματα (1,4 μ.ο.).[298] Ωστόσο, ο τραυματισμός στο δεξί του γόνατο για τον οποίο υποβλήθηκε σε επέμβαση έδωσε τη δυνατότητα για μόνο 60 αγώνες, τους λιγότερους που είχε παίξει σε μια κανονική περίοδο από τότε που έπαιξε 17 παιχνίδια μετά την επιστροφή του από την πρώτη του αποχώρηση κατά τη διάρκεια της αγωνιστικής περιόδου 1994–95. Ξεκίνησε 53 από τα 60 παιχνίδια του με μέσο όρο 24,3 πόντους, 5,4 ασίστ και 6,0 ριμπάουντ, και έχοντας ποσοστό ευστοχίας 41,9 % στο γήπεδο, στους 53 που ξεκίνησε ως βασικός αγωνιζόμενος για 35 περίπου λεπτά. Οι επτά τελευταίες εμφανίσεις του ήταν σε εφεδρικό ρόλο, στις οποίες κατά μέσο όρο έπαιξε πάνω από 20 λεπτά ανά παιχνίδι.[299]

Παίζοντας στο 14ο και τελευταίο του παιχνίδι NBA All-Star το 2003 (από τα καλύτερα στην ιστορία του θεσμού με δύο παρατάσεις), ο Τζόρνταν ξεπέρασε τον Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ ως τον κορυφαίο σκόρερ όλων των εποχών στην ιστορία των All-Star Game.[300][301] Εκείνη τη χρονιά, ήταν ο μόνος παίκτης της Ουάσιγκτον που έπαιξε και στα 82 παιχνίδια, ξεκινώντας από 67 από αυτά. Είχε κατά μέσο όρο 20,0 πόντους, 6,1 ριμπάουντ, 3,8 ασίστ και 1,5 κλεψίματα ανά παιχνίδι. Παρόλο που έκλεισε τα 40 του χρόνια μέσα στη σεζόν, σημείωσε 20 ή περισσότερους πόντους 42 φορές, 30 ή περισσότερους πόντους εννέα φορές και 40 ή περισσότερους πόντους τρεις φορές.[302][303] Στις 29 Δεκεμβρίου 2001, ο Τζόρνταν πέταξε με 51 πόντους με αντίπαλο τους Σάρλοτ Χόρνετς (117–90 και ακόμα 7 ριμπάουντ, 4 ασίστ, 3 κλεψίματα) και έγινε ο μεγαλύτερος σε ηλικία παίκτης στην ιστορία του ΝΒΑ που έφτασε στο όριο των 50 πόντων σε ένα παιχνίδι.[300][304] Στις 1 Φεβρουαρίου 2003 στη νίκη με αντίπαλο τους Χόρνετς σημείωσε 45 πόντους.[305] Στις 21 Φεβρουαρίου 2003, έγινε ο πρώτος 40χρονος που σημείωσε 43 πόντους σε ένα παιχνίδι του ΝΒΑ (στη νίκη με 89–86 απέναντι στους Νιου Τζέρσεϊ Νετς).[273][306] Κατά τη διάρκεια της θητείας του στην ομάδα της πρωτεύουσας, όλα τα εντός έδρας παιχνίδια εξαντλήθηκαν σε εισιτήρια και η ομάδα ήταν η δεύτερη με την μεγαλύτερη θεαματικοτητα στο ΝΒΑ, με μέσο όρο 20.172 φιλάθλους ανά παιχνίδι εντός έδρας και 19.311 εκτός. Όμως τα αποτελέσματα δεν ήταν συνολικά θετικά και ο Τζόρνταν συχνά δεν ήταν ικανοποιημένος με το παιχνίδι των γύρω του. Σε αρκετά σημεία επέκρινε ανοιχτά τους συμπαίκτες του στα μέσα ενημέρωσης, επικαλούμενος την έλλειψη συγκέντρωσης και πάθους. Η βελτίωση της ομάδας ήταν σαφής από την πρώτη χρονιά (37 νίκες έναντι 19 της προηγούμενης) αλλά όχι επαρκής.[292][296][307]

Με την αναγνώριση ότι το 2002–03 θα ήταν η τελευταία σεζόν της καριέρας του, έγιναν αφιερώματα σε ολόκληρο το NBA. Στο τελευταίο του παιχνίδι στο Γιουνάιτεντ Σέντερ στο Σικάγο, το οποίο ήταν το παλιό γήπεδο του, ο Τζόρνταν δέχτηκε επευφημία τεσσάρων λεπτών. Οι Μαϊάμι Χιτ απέσυραν τη φανέλα με τον αριθμό 23 στις 11 Απριλίου 2003, παρόλο που ο Τζόρνταν δεν έπαιξε ποτέ για την ομάδα.[308] Στο All-Star Game του 2003, του προσφέρθηκε θέση βασικού από δύο παίκτες που είχαν ψηφιστεί ως βασικοί αλλά αρνήθηκε και τις δύο. Στο τέλος, δέχτηκε τη θέση του Βινς Κάρτερ.[309][310]

Η επιστροφή του δεν ήταν τόσο επιτυχής τη δεύτερη φορά. Δεν κατάφερε να φέρει την ομάδα της πρωτεύουσας στα πλέι-οφ σε καμία από τις δύο σεζόν του.[311] Ο Τζόρνταν έπαιξε το τελευταίο του παιχνίδι στο ΝΒΑ στις 16 Απριλίου 2003, στη Φιλαδέλφεια. Αφού σημείωσε 13 πόντους στο παιχνίδι, πήγε στον πάγκο με 4 λεπτά και 13 δευτερόλεπτα να απομένουν στο τρίτο δωδεκάλεπτο και η ομάδα του έχανε από τους Φιλαδέλφεια 76ers, 75–56. Αμέσως μετά την έναρξη της τέταρτης περιόδου, το πλήθος του First Union Center άρχισε να φωνάζει «Θέλουμε τον Μάικ!».[312] Μετά από ενθάρρυνση από τον προπονητή, ο Τζόρνταν τελικά σηκώθηκε από τον πάγκο και επανήλθε στο παιχνίδι για τα 2:35 που απόμειναν. Ένα λεπτό και 45 δευτερόλεπτα του έγινε φάουλ και μπήκε στη γραμμή για να κάνει και τις δύο ελεύθερες βολές. Μετά τη δεύτερη εκτέλεση, έγινε ένα ακόμα σκόπιμο φάουλ στον αγώνα προκειμένου να σταματήσει ο χρόνος, έτσι ώστε ο Τζόρνταν να μπορεί να επιστρέψει στον πάγκο. Δέχτηκε τριών λεπτών επευφημία από τους συμπαίκτες του, τους αντιπάλους του και το πλήθος των 21.257 φιλάθλων.[313][314]

Κλείνοντας την επαγγελματική του σταδιοδρομία ο Τζόρνταν είχε συγκεντρώσει 22 κορυφαίους ατομικούς και ομαδικούς τίτλους, περισσότερους από οποιονδήποτε άλλον με τους Μπιλ Ράσελ και Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ να ακολουθούν (17 και 15 αντίστοιχα).[315][316] Ήταν και παραμένει ο κορυφαίος σκόρερ του NBA με μέσο όρο πόντων 30,12 ενώ σε 563 παιχνίδια σημείωσε τουλάχιστον 30 πόντους, ένα ακόμα ρεκόρ που παραμένει.[317] Περισσότερο εξειδικευμένα στατιστικά στοιχεία επιβεβαιώνουν την άποψη του κορυφαίου όλων των εποχών.[318][319][320]

«Ως μικρό παιδί, καθόμουνα μπροστά στην τηλεόραση και έβλεπα το Μάικλ να παίζει. Η απίστευτη ικανότητά του με ώθησε να μπω στο NBA. Πιστεύω ότι ο Μάικλ ενέπνευσε σήμερα ολόκληρη τη γενιά του NBA». ΛεΜπρόν Τζέιμς (2013)[74]

Διεθνής-Ολυμπιακή σταδιοδρομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου των Παναμερικανικών Αγώνων του 1983, ο Τζόρνταν αγωνίστηκε με την εθνική ομάδα των Η.Π.Α. στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1984 πριν ξεκινήσει την επαγγελματική του πορεία. Η ομάδα αποτελούταν υποχρεωτικά από παίκτες κολεγίων και έδειξε την ισχύ της με πρωταγωνιστή τον Τζόρνταν σε φιλική συνάντηση με νίκη επί επίλεκτης ομάδας του NBA σε αγώνα προετοιμασίας με 96–85.[321][322] Προπονητής ήταν ο Μπόμπι Νάιτ που τον χρησιμοποίησε περισσότερο ως σμολ φόργουορντ. Ο Τζόρνταν ήταν πρώτος σκόρερ της ομάδας με μέσο όρο 17,1 πόντους ανά αγώνα, 3,0 ριμπάουντ, 2,0 ασίστ, 1,5 κλέψιμο, ένα κόψιμο ανά αγώνα, ποσοστό 54,5 % εντός πεδιάς και 17/25 ελεύθερες βολές.[26] Η ομάδα κέρδισε και τους οκτώ αγώνες που έδωσε με μέση διαφορά πόντων στους 32 και επικράτησε στον τελικό επί της Ισπανίας με 96–65 με 20 πόντους από το Τζόρνταν.[323][324] Η έλλειψη επαρκών επαφών μεταξύ Ευρωπαϊκού και Αμερικανικού μπάσκετ την εποχή εκείνη ήταν αιτία της άγνοιας των Ευρωπαίων για τα τεκταινόμενα του αθλήματος στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού και ο Τζόρνταν ήταν ουσιαστικά άγνωστος. Εντυπωσίασε ιδιαίτερα με τις ικανότητες, τη δύναμη και το χαρακτήρα που έδειξε στα γήπεδα, αν και ήταν μόνο 21 ετών και έδειχνε έτοιμος να πρωταγωνιστήσει σε οποιοδήποτε επίπεδο. Η παγκόσμια πρεμιέρα του ανερχόμενου αστέρα ήταν απόλυτα επιτυχημένη.[59][325]

Το 1992 στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης, ήταν μέλος της ομάδας που ονομάστηκε Dream Team (ομάδα όνειρο), και η όποια θεωρείται ως η καλύτερη όλων των εποχών και όλων των αθλημάτων έχοντας στις τάξεις της για πρώτη φορά τους κορυφαίους επαγγελματίες καλαθοσφαιριστές.[326][327][328][329][330] Η ομάδα ανακοινώθηκε στις 21 Σεπτεμβρίου 1991[331] και στο προκριματικό τουρνουά (Ιούνιος-Ιούλιος) σημείωσε έξι νίκες σε ισάριθμους αγώνες έχοντας 121,2 πόντους ανά αγώνα κατά μέσο όρο και διαφοράς 51,5 πόντους. Στον τελικό νίκησαν τη Βενεζουέλα με 127–80.[332][333] Η αρχική πεντάδα δεν ήταν σταθερή αλλά συχνότερα αποτελούνταν από τους Μάτζικ Τζόνσον, Τσαρλς Μπάρκλεϊ, Καρλ Μαλόουν, Πάτρικ Γιούιν και το Τζόρνταν, που ήταν ο μόνος που αγωνίστηκε ως βασικός και στους οκτώ νικηφόρους αγώνες έχοντας μέσο όρο 14,9 πόντους. Ήταν δεύτερος σκόρερ της ομάδας πίσω από τον Τσαρλς Μπάρκλεϊ με 18 πόντους μέσο όρο.[334] Ο Τζόρνταν αγωνίστηκε για 185 λεπτά και είχε ακόμα 2,7 ριμπάουντ, 3,4 ασίστ, 2,8 κλεψίματα και 50,0 % ευστοχία στα σουτ δύο πόντων.[335] Ισοφάρισε το ρεκόρ αριθμού ασίστ με 12 στον αγώνα με αντίπαλο τη Γερμανία και σημείωσε ρεκόρ κλεψιμάτων με 8 σε δύο αγώνες, με αμφότερα να παραμένουν ακατάρριπτα για την Εθνική των Ηνωμένων Πολιτειών σε Ολυμπιακούς Αγώνες.[336] Όμως, ήταν ίσως ο μόνος που δεν είχε κάτι να αποδείξει σε αντίθεση με άλλους αλλά όλοι χρειάζονταν συνεχώς να επινοούν προκλήσεις για να διατηρήσουν το ενδιαφέρον τους.[337] Τα αποτελέσματα της ομάδας μοναδικά: μέσο όρο πόντων ολυμπιακό ρεκόρ 117,3 πόντων ανά παιχνίδι, η ομάδα κέρδισε με μέσο όρο 43,8 πόντους διαφορά και ο κοντινότερος αντίπαλος ήταν με 32 πόντους διαφορά (117–85 απέναντι στην Κροατία στο παιχνίδι χρυσού μεταλλίου). Στον τελικό ο Τζόρνταν σημείωσε 22 πόντους, ενώ ήταν και πρώτος στα κλεψίματα στη διοργάνωση με 37. «Θα δείτε ξανά μια ομάδα επαγγελματιών στους Ολυμπιακούς Αγώνες» δήλωσε ο προπονητής Τσακ Ντέιλι, με τον οποίο οι Ντιτρόιτ Πίστονς είχαν κατακτήσει δύο σερί πρωταθλήματα (1989 και 1990). «Αλλά δεν νομίζω ότι θα δεις μια άλλη ομάδα τέτοια».[338][339]


Ως μέλος της ομάδας-όνειρο του 1992

Τόσο εντυπωσιασμένοι ήταν οι αντίπαλοι των ομάδων καθώς και όσοι είχαν πρόσβαση στους παίκτες της ομάδας των Η.Π.Α. που ζητούσαν ακόμη και αναμνηστικές φωτογραφίες και αυτόγραφα πριν παίξουν.[340] Η Ντριμ Τιμ εισήλθε στο Hall of Fame της FIBA.[341] Η εθνική ομάδα των ΗΠΑ δεν έχασε ποτέ σε παιχνίδι στις τέσσερις διοργάνωσεις στις οποίες έπαιξε ο Τζόρνταν. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1996 στην Ατλάντα είχε δηλώσει ότι δεν ήθελε να συμμετάσχει αφήνοντας νεότερους παίκτες να αγωνιστούν.[342]

Χαρακτηριστικά παιχνιδιού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Τζόρνταν αγωνιζόταν στη θέση του σούτινγκ γκαρντ αλλά θα μπορούσε επίσης να παίξει ως πόιντ γκαρντ ή σμολ φόργουορντ (θέση που έπαιξε κατά κύριο λόγο κατά τη δεύτερη επιστροφή του στο επαγγελματικό μπάσκετ με τους Ουίζαρντς).[343] Προικισμένος με εξαιρετικές φυσικές ικανότητες - 4% σωματικό λίπος σε σύγκριση με τον μέσο όρο επτά ή οκτώ για έναν επαγγελματία αθλητή - ήταν ανταγωνιστικός και παθιασμένος σε σημείο οργής.[19][330][344][345] Η αποφασιστικότητά του ήταν χαρακτηριστική με δύο αγώνες τελικών να κρίνονται με δικές του προσπάθειες στα τελευταία 5 δευτερόλεπτα. Η ανταγωνιστικότητά του ήταν κορυφαία διατηρούμενος στο στα πλαίσια του ήθους.[346][347] Ο πατέρας του είχε πει: «Αυτό που έχει είναι ένα πρόβλημα ανταγωνισμού. Λες και γεννήθηκε με αυτό. Ο άνθρωπος που προσπαθεί να υπερβεί περισσότερο στη ζωή του είναι ο εαυτός του».[165] Ο αθλητικός συγγραφέας Ράιτ Τόμπσον τον περιέγραψε ως «δολοφόνο, με την έννοια του Δαρβίνου, γρήγορη ανίχνευση και επίθεση στο αδύναμο σημείο κάποιου». Καθώς οι Μπουλς οργανώθηκαν γύρω του, η διοίκηση έπρεπε να απομακρύνει παίκτες που δεν ήταν «αρκετά σκληροί» για να ανταγωνιστούν μαζί του στην πράξη. Για να βελτιώσει την άμυνα του, ξόδεψε επιπλέον ώρες μελετώντας ταινίες από αγώνες των αντιπάλων. Στην επίθεση, βασίστηκε περισσότερο στο ένστικτο και τον αυτοσχεδιασμό, με βάση το απαράμιλλο ταλέντο του.[348][349][350]

Ανθεκτικός παίκτης που εργάστηκε σκληρά για να αυξήσει στο πρωτάθλημα έπαρκο τα φυσικά του προσόντα,[351] δεν έχασε τέσσερα ή περισσότερα παιχνίδια, ενώ είχε συμμετοχή σε ολόκληρη τη σεζόν από το 1986–87 έως το 2001–02, όταν τραυματίστηκε στο δεξί του γόνατο. Από τις 15 σεζόν που αγωνίστηκε στο NBA, έπαιξε και τα 82 παιχνίδια κανονικής περιόδου εννέα φορές. Σημαντικό στοιχείο κατά τον ίδιο (όπως αποκάλυψε σε τηλεοπτική συνέντευξη το 1996) είναι το μέγεθος της παλάμης του. Θεωρείται από πολλές μετρήσεις μία από τις μεγαλύτερες στην ιστορία του ΝΒΑ, με 24,7 εκατοστά μήκος και άνοιγμα 28,8.[352]

Ο Τζόρνταν είχε ένα ευέλικτο επιθετικό παιχνίδι. Ήταν ικανός να κινείται επιθετικά προς το καλάθι, καθώς και να παίρνει φάουλ από τους αντιπάλους του σε μεγάλο αριθμό. Οι τελικές του προσπάθειες συχνά κατέληγαν σε καρφώματα κάθε είδους, ώστε να χαρακτηρίζεται αξιόπιστα ως ο πιο εντυπωσιακός παίκτης στην ιστορία του αθλήματος.[348][353][354][355] Οι 8.772 ελεύθερες βολές του είναι το 11ο υψηλότερο σύνολο στην ιστορία του NBA.[356] Οι κορυφαίες αλτικές του ικανότητες[357][358] του έδωσαν δυνατότητες για ποικιλόμορφες προσπάθειες που τελικά τον έκαναν ασταμάτητο, ακόμα και από τους υψηλότερους αντιπάλους με τη φράση του «όταν σηκώνομαι, κανείς δε μπορεί να με σταματήσει» να αποτελεί μια ορατή πραγματικότητα. Στην αρχή της πορείας του αυτό αποτελούσε το συνηθέστερο τρόπο δράσης του αλλά στη δεκαετία του 1990 οι προσπάθειες από την περιφέρεια αυξήθηκαν ποσοστιαία.[359][360] Ικανός σουτέρ και από μακρινές αποστάσεις (συμμετείχε μια φορά και στο διαγωνισμό τρίποντων του All-Star Game), βελτιώθηκε από αρχικά ποσοστά που δεν υπερέβησαν το 30 % στις αρχές της καριέρας του φτάνοντας στο 50 % στη δεύτερη φάση της καριέρας του στο Σικάγο με την αλλαγή της απόστασης της γραμμής των τριών πόντων.[361] Κριτικές των μέσων μαζικής ενημέρωσης που τον είχαν χαρακτηρίσει ως εγωιστή στις αρχές της καριέρας του σκόνταψαν γρήγορα από τον αυξανόμενο αριθμό ασίστ που παρείχε. Ήταν επίσης καλός ριμπάουντερ με μέσο όρο 6,2 ανά παιχνίδι, ποσοστό υψηλό για τη θέση που αγωνίζονταν.[362] Είναι ο πρώτος που καθιέρωσε το fadeaway στην μπασκετική κοινότητα χωρίς να είναι ο αυτός που την πρωτοεφάρμοσε. Είχε χρησιμοποιηθεί νωρίτερα από παίκτες όπως ο Λάρι Μπερντ, ωστόσο ήταν εκείνος που την τελειοποίησε.[363][364][365][366]

Το 1988 ο Τζόρνταν τιμήθηκε με το βραβείο αμυντικού παίκτη της χρονιάς και έγινε ο πρώτος παίκτης του ΝΒΑ που κέρδισε τόσο το βραβείο του καλύτερου αμυντικού παίκτη της χρονιάς όσο και το βραβείο του πιο πολύτιμου παίκτη στην ίδια σεζόν. Επιπλέον, έθεσε ρεκόρ καριέρας στα κοψίματα για παίκτη της θέσης του, στατιστικό στοιχείο ενδεικτικό της αμυντικής του δυνατότητας. Είναι ένας από τους τρεις παίκτες-γκαρντ που έχουν κερδίσει τον τίτλο του καλύτερου αμυντικού της χρονιάς, ενώ ήταν στην καλύτερη αμυντική ομάδα 9 φορές. Τα επιτεύγματα αυτά συχνά υποτιμώνται σε σύγκριση με με την κορυφαία επιθετική του δραστηριότητα.[119][113][367] Είναι τρίτος όλων των εποχών στα κλεψίματα,[368] στοιχείο που του έδωσε την ευκαιρία για γρήγορες αντεπίθεσεις, όπου στις μονομαχίες ένας προς έναν ήταν πάντα νικητής.[369] Δεν είναι περίεργο που αμυντικοί που τον αντιμετώπισαν εξέφρασαν φόβο στους αγώνες εναντίον του.[370][371][372]

Μετά την αποχώρηση από την ενεργό δράση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


Σε φωτογραφία του 2014

Μετά την οριστική αποχώρηση από τον μπάσκετ, εξέφρασε την επιθυμία να επιστρέψει στην πρώτη θέση ως Διευθυντής Επιχειρήσεων Μπάσκετ με το σύλλογο. Ωστόσο, η προηγούμενη θητεία του είχε προκαλέσει τα προαναφερθέντα μικτά αποτελέσματα. Στις 7 Μαΐου 2003, ο ιδιοκτήτης των Ουίζαρντς τον εξεδίωξε από πρόεδρο της ομάδας μπάσκετ.[297] Ο Τζόρνταν δήλωσε αργότερα ότι ένιωσε προδομένος και ότι αν γνώριζε ότι θα απολυθεί μετά την αποχώρησή του, δεν θα επέστρεφε ποτέ για να παίξει.

Ακολούθησε επιχειρηματική δραστηριότητα και προώθησε τη γραμμή ένδυσης Jordan Brand και οδήγησε μοτοσικλέτες. Από το 2004, δημιουργήθηκε η Michael Jordan Motorsports, μια επαγγελματική ομάδα αγώνων δρόμου μοτοσικλετών κλειστής πορείας που αγωνίστηκε στο πρωτάθλημα Σουπερμπάικ.[373][374]

Στις 15 Ιουνίου 2006, ο Τζόρνταν αγόρασε μερίδιο μειοψηφίας στη Σάρλοτ Χόρνετς και έγινε ο δεύτερος μεγαλύτερος μέτοχος της ομάδας. Ως μέρος της συμφωνίας, ανέλαβε τον πλήρη έλεγχο της πλευράς του μπάσκετ της επιχείρησης. Τον Φεβρουάριο του 2010, δήλωσε ενδιαφέρον για την αγορά του πλειοψηφικού πακέτου. Στις 17 Μαρτίου, το Διοικητικό Συμβούλιο του ΝΒΑ ενέκρινε ομόφωνα την αγορά, καθιστώντας τον Τζόρνταν τον πρώτο πρώην παίκτη που έγινε πλειοψηφικός ιδιοκτήτης μιας ομάδας του ΝΒΑ. Τον έκανε επίσης τον μοναδικό αφρο-αμερικανό ιδιοκτήτη της πλειοψηφίας μίας ομάδας του πρωταθλήματος.[2][375] Κατά τη διάρκεια της σεζόν 2011–12 που συντομεύτηκε σε 66 παιχνίδια, η ομάδα πέτυχε αρνητικό ρεκόρ 7–59 και έκλεισε τη σεζόν με ένα χαμένο σερί 23 παιχνιδιών. Το ποσοστό νίκης τους (10,6 %) ήταν το χειρότερο στην ιστορία του NBA. Η συνέχεια όμως ήταν καλύτερη και ως επένδυση αποδείχθηκε μακροχρόνια επιτυχημένη.[376][377]

Τον Απρίλιο του 2009, ο Τζόρνταν έλαβε μια από τις μεγαλύτερες μπασκετικές τιμές των ΗΠΑ: το όνομά του προστέθηκε στο Naismith Memorial Basketball Hall of Fame.[378] Στην διαδικασία δακρύζει, καθώς αντιλαμβάνεται ότι πλέον «η μπασκετική μου καριέρα έχει τελειώσει οριστικά».[165] Την επόμενη χρονιά εισήχθη για δεύτερη φορά ως μέλος της ομάδας μπάσκετ των Ολυμπιακών Αγώνων του 1992.[379] Το Σεπτέμβριο του 2015 έγινε μέλος και του Hall of Fame της FIBA.[380]

Στις 22 Νοεμβρίου 2016 βραβεύτηκε από τον Πρόεδρο τω μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών Μπάρακ Ομπάμα με το Προεδρικό Μετάλλιο Ελευθερίας, ανώτατη τιμητική διάκριση του κράτους που έχει δοθεί συνολικά σε 21 Αμερικανούς πολίτες πρωτοπόρους στον τομέα δραστηριότητάς τους.[381]

Δραστηριότητες εκτός αθλητισμού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Τζόρνταν είναι μια από τις πιο δημοφιλείς αθλητικές φιγούρες στην ιστορία.[382][383][384] Υπήρξε σημαντικός εκπρόσωπος για πολλές δημοφιλείς εμπορικές μάρκες.[239][376][385][386] Η Nike δημιούργησε ένα παπούτσι υπογραφής για τον Τζόρνταν, που ονομάζεται Air Jordan, το 1984, και γνώρισε μεγάλη επιτυχία πολύ γρήγορα.[387][388] Το παπούτσι πρωτοπαρουσιάστηκε σε αγώνα προετοιμασίας και προκάλεσε αντιδράσεις λόγω της διαφορετικότητας και υποχρέωσε όλες τις ομάδες να φορούν ομοιόμορφα παπούτσια. Μία από τις πιο δημοφιλείς διαφημίσεις για το παπούτσι ήταν με τον Σπάικ Λι.[389] Στη συνέχεια δημιουργήθηκε από τη Nike η Jordan Brand. Η εταιρεία διαθέτει μια εντυπωσιακή λίστα αθλητών και διασημοτήτων ως υποστηρικτές.[390][391] Η μάρκα έχει επίσης χρηματοδοτήσει αθλητικά προγράμματα κολεγίων, όπως εκείνα της Βόρειας Καρολίνας και της Καλιφόρνια. Το περιοδικό Forbes ανέφερε πως το συμβόλαιο αυτό αποδείχθηκε το μεγαλύτερο σε ολόκληρη την ιστορία του αθλητισμού.[52]

Η επιτυχημένη καριέρα του του εξασφάλισε υψηλά εισοδήματα προερχόμενα κυρίως από την εξωαγωνιστική του δραστηριότητα παρά από τα συμβόλαια του και έτσι επί σειρά ετών να είναι ο αθλητής με τα υψηλότερα εισοδήματα στον κόσμο.[392] Τα δύο τελευταία συμβόλαια με τους Μπουλς ήταν 30 και 33 εκατομμύρια δολάρια για κάθε έτος, ποσό σχεδόν διπλάσιο αυτού του δεύτερου υψηλότερα αμειβόμενου πρωταθλητή της F1 Μίχαελ Σουμάχερ.[35][294][393] Μια ακαδημαϊκή μελέτη διαπίστωσε ότι η πρώτη επιστροφή στο ΝΒΑ είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της κεφαλαιοποίησης της αγοράς των εταιρειών πελατών του άνω των 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα τον πολλαπλασιασμό των περιουσιακών του στοιχείων γεγονός που τον έκαναν τον πρώτο δισεκατομμυριούχο αθλητή.[394][395]


Το άγαλμά του έξω από το Γιουνάιτεντ Σέντερ του Σικάγου

Ο Τζόρνταν έπαιξε τον εαυτό του στην κωμική ταινία του 1996, Space Jam. Η ταινία είχε μεγάλη εμπορική επιτυχία, αν και οι κριτικές ήταν μικτές.[396] Το 2000, αποτέλεσε αντικείμενο ντοκιμαντέρ IMAX σχετικά με την καριέρα του με τους Σικάγο Μπουλς, ειδικά την εποχή του πρωταθλήματος του 1998, με τίτλο Michael Jordan to the Max.[397] Δύο δεκαετίες αργότερα, η ίδια περίοδος της ζωής του καλύφθηκε με πολύ μεγαλύτερη και πιο προσωπική λεπτομέρεια από το The Last Dance , ένα τηλεοπτικό ντοκιμαντέρ που έκανε το ντεμπούτο του στο ESPN τον Απρίλιο του 2020.(Netflix[398])[399] Το ντοκιμαντέρ βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό σε περίπου 500 ώρες ταινίας για τις δραστηριότητες εκτός αγώνων του ίδιου και των συμπαικτών του, τις οποίες είχε καταγράψει ένα πλήρωμα του NBA Entertainment κατά τη διάρκεια της σεζόν 1997– 1998 για χρήση σε ντοκιμαντέρ. Το έργο καθυστέρησε για πολλά χρόνια επειδή ο Τζόρνταν δεν είχε ακόμη δώσει την άδειά του για τη χρήση του βίντεο. Σε συνέντευξη σε τρία σπίτια που σχετίζονται με την παραγωγή και δεν ήθελε κάμερες στο σπίτι του ή στο αεροπλάνο του διατηρώντας πτυχές της ζωής του ιδιωτικές.[400][401][402] Το ντοκιμαντέρ είχε την υψηλότερη θεαματικότητα όλων των εποχών από όλα τα ντοκιμαντέρ το

Home: About
Home: About
bottom of page